Εγκλήματα, Κοινωνία

Το σύγχρονο εγκληματογόνο περιβάλλον και η κοινωνική φοβία  

Το φαινόμενο της κοινωνικής φοβίας ή κοινωνικού άγχους, αφορά μια δύσκολη συνθήκη που συνοδεύεται από έντονη δυσφορία στην έκθεση σε κοινωνικές καταστάσεις ή περιβάλλοντα που εμπεριέχουν αίσθηση κινδύνου ή είναι πιθανοί φορείς ανησυχίας και φόβου. Η αίσθηση του φόβου, συνδέεται με ποικίλα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά φαινόμενα και παράλληλα η ένταση του φόβου αλλάζει ανάλογα με τον τόπο και τον χρόνο. Οι περιβαλλοντικοί παράγοντες, επηρεάζουν σημαντικά την κοινωνική φοβία, καθώς στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον, με την ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας, προκαλούν μια διαρκή αίσθηση ανησυχίας και κατά επέκταση την ενίσχυση του φόβου. Η επικρατούσα αστική αποδιοργάνωση, είναι συνέπεια της αισθητικής υποβάθμισης των περιοχών όπως αποδείχθηκε από έρευνες κοινωνιολόγων που μελετούν το φαινόμενο της εγκληματικότητας. Σύμφωνα με τις περιβαλλοντικές θεωρίες της εγκληματολογίας, το περιβάλλον στο οποίο κινούμαστε καθημερινά, αποκτά «ταυτότητα», σύμφωνα  με τις υποδομές, την κτιριακή σύνθεση και φυσικά τις κοινωνικές ομάδες που παρευρίσκονται και μετακινούνται στη περιοχή.  Σε αυτές τις περιοχές, παρατηρούνται αυξημένα φαινόμενα βίας και παραβατικότητας και ταυτόχρονα με την προβολή βίαιων εικόνων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, έχουν ως απόρροια την αυξημένη αίσθηση αγωνίας, άγχους και φοβίας του κοινωνικού συνόλου.

Είναι εξαιρετικά καθοριστικοί οι περιβαλλοντικοί παράγοντες στην πρόκληση αρνητικών συνεπειών στην ψυχική υγεία. Οι υποδομές στις σύγχρονες αστικές κοινωνίες, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και επιδρούν έμμεσα στην ψυχική διάθεση, αλλά και στα φαινόμενα της βίας και της εγκληματικότητας. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις, με εγκαταλελειμμένες ή παραβιασμένες εισόδους, χώροι που έχουν υποστεί βανδαλισμούς, με ελλιπή καθαριότητα, χαρακτηρίζονται ως εγκληματογόνες περιοχές. Οι συνθήκες αυτές επικρατούν και στα μέσα μαζικής μεταφοράς, όπου καθημερινά συγχρωτίζεται πλήθος επιβατών και τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αυξημένη παραβατικότητα. Η έλλειψη σωστής διαμόρφωσης των χώρων και η απουσία αστυνόμευσης, δημιουργούν τις ιδανικές συνθήκες για το έγκλημα.  Αυτές οι συνθήκες  σύμφωνα με την εγκληματολογία, δημιουργούν τις ευκαιρίες  για τους παραβάτες,  όπως είναι το προσωπικό κίνητρο, οι κατάλληλοι στόχοι και η απουσία της επιτήρησης και ασφάλειας της περιοχής.  Έτσι καθημερινά διαπράττονται ληστείες, κλοπές, δολοφονικές απόπειρες, προκαλώντας ακόμη περισσότερο φόβο στους πολίτες και τους επιβάτες.  Οι περιβαλλοντικές αυτές συνθήκες, μαζί με άλλους κοινωνικο – οικονομικούς  παράγοντες, ευνοούν την ύπαρξη αστέγων στους δρόμους και τη συνύπαρξη πολλών μεταναστών σε συγκεκριμένα σημεία στα αστικά κέντρα, δημιουργώντας συνειρμικά, αισθήματα ανασφάλειας και υψηλής επικινδυνότητας. Από τη στιγμή που κάποια περιοχή ή περιβαλλοντικό πλαίσιο, κατατάσσεται στη κοινωνική συνείδηση των πολιτών ως επικίνδυνη περιοχή, παγιώνεται και ο φόβος θυματοποίησης και οι πιθανότητες διάπραξης εγκλήματος. Η ευαλωτότητα και η αδυναμία του κοινωνικού συνόλου να διαχειριστούν τον φόβο έπειτα από τις σκηνές βίας και επικινδυνότητας που επικρατούν στο σύγχρονο περιβάλλον, έχει αρνητικές και επιβαρυντικές συνέπειες στην ψυχική του υγεία.  Ακόμη, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και τα μέσα δικτύωσης, επηρεάζουν τους δέκτες, εντείνοντας το αίσθημα επικινδυνότητας και τη διόγκωση της ανησυχίας και του κοινωνικού άγχους. Η προβολή ακραίων απόψεων, η υπερανάλυση φαινομένων βίας και ο στιγματισμός ομάδων ανθρώπων, παγιώνουν το κλίμα ανασφάλειας.  Έτσι επικρατεί ένα αίσθημα καχυποψίας, και ενισχύονται οι ρατσιστικές αντιλήψεις, το οποίο έχει ως συνέπεια από τη μια, την περιθωριοποίηση κοινωνικών ομάδων και από την άλλη την αύξηση του κοινωνικού φόβου και άλλων ψυχολογικών διαταραχών. Το ίδιο ισχύει και για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία εμπεριέχουν δημοσιεύσεις και κοινοποιήσεις με παραβατικές συμπεριφορές και περιστατικά βίας, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο το γενικότερο αίσθημα ανασφάλειας.

Αναφορικά με την αντιμετώπιση του φαινομένου της εγκληματικότητας και τη διαχείριση της κοινωνικής φοβίας, θα πρέπει να ληφθούν συλλογικά μέτρα, του κράτους και της κοινωνίας με την ενίσχυση του αισθήματος ευθύνης. Η φροντίδα και βελτίωση των δημόσιων χώρων, με την ανάπλαση και συντήρηση κτιρίων και υποδομών, θα συμβάλλουν στη μείωση της κοινωνικής αποδιοργάνωσης. Η ενίσχυση της επιτήρησης, με την ενεργή αστυνόμευση, αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την μείωση της εγκληματικότητας, ειδικά στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Η εφαρμογή νέων τεχνολογιών με χρήση ηλεκτρονικών συστημάτων παρακολούθησης, καμερών ασφαλείας και επικυρωμένων προσωποποιημένων καρτών επιβίβασης στα μέσα μεταφοράς, αποτελούν μέτρα καταπολέμησης της παραβατικότητας. Από την άλλη, ο έλεγχος και το «φιλτράρισμα» των ειδησεογραφικών δεδομένων των μέσων επικοινωνίας και κοινωνικής δικτύωσης, είναι εξίσου βασικοί παράγοντες για τη προστασία της ψυχικής μας υγείας.  Γενικότερα, η πρόληψη θα επιτευχθεί με τη μείωση ευκαιριών για τους δράστες. Η κατάλληλη αντεγκληματική πολιτική, περιλαμβάνει μέτρα με αλλαγές  στον περιβαλλοντικό σχεδιασμό και διαμόρφωση των χώρων, ανάπτυξη προσωπικών στρατηγικών αυτοπροστασίας ώστε να μην προσελκύεται ο δράστης και φυσικά την αύξηση της επιτήρησης και της αστυνόμευσης.  Με αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται ο κοινωνικός έλεγχος και ταυτόχρονα η πρόληψη και η αντιμετώπιση κοινωνικής φοβίας και της προστασίας της ψυχικής υγείας.

Εν κατακλείδι, είναι αναμφισβήτητο γεγονός πως υπάρχει αύξηση της βίας και της εγκληματικότητας στη καθημερινότητά μας, τα οποία συμπαρασύρουν και ένα «κύμα» συναισθηματικής ανασφάλειας και φόβου, τα οποία είναι διάχυτα στη σύγχρονη πραγματικότητα. Η πολιτική του φόβου, η οποία συχνά αποτελεί «κατασκευή» των μέσων μαζικής επικοινωνίας, ενισχύεται και επηρεάζει τις κοινωνικές αντιλήψεις, νομιμοποιώντας συμπεριφορές. Ο κίνδυνος ελλοχεύει καθημερινά σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας καθώς και σε όλες τις δραστηριότητες των ανθρώπων. Οι ανασφάλειες σχετίζονται με τη γενικότερη κοινωνική παρακμή και τη πορεία των κοινωνικών αλλαγών. Η διατάραξη της κοινωνικής σταθερότητας αποτελεί βασικό παράγοντα δημιουργίας ψυχικής αστάθειας. Τα μέτρα πρόληψης μπορεί να αφορούν τη πολιτεία και τους φορείς δικαιοσύνης, αλλά είναι επιτακτική ανάγκη η υπευθυνότητα και η πρόληψη για την αυτοπροστασία μας και κατά επέκταση την εξάλειψη της κοινωνικής φοβίας.