Με τον όρο “ghosting” αναφερόμαστε στην ξαφνική διακοπή της επικοινωνίας με ένα άτομο, με το οποίο στο παρελθόν είχαμε κάποια είδους σχέση (φιλική, ερωτική, εργασιακή). Ο ρυθμός μεταβολής της καθημερινότητας σε συνάρτηση με τις εσωτερικές διακυμάνσεις που υφιστάμεθα, οδηγούν στην ανάδυση νέων αναγκών, οι οποίες επιζητούν άμεση κάλυψη. Ο άνθρωπος σε ένα καθεστώς μόνιμης αναζήτησης προσοδοφόρων μέσων, δε διστάζει να εγκαταλείψει οτιδήποτε εμποδίζει τη λειτουργικότητά του. Ο αποχωρισμός μας από ανθρώπους μη συμβατούς με εμάς αποτελεί δείγμα συναισθηματικής ωριμότητας. Ωστόσο, ο τρόπος που συχνά διενεργείται επιφέρει ολέθριες συνέπειες στο πομπό αλλά και στο δέκτη.
Ένα άτομο που συνειδητά επιλέγει τη φυγή από μία σχέση που δεν τον/την ικανοποιεί πλέον, χωρίς φυσικά να προβεί σε κάποιες εξηγήσεις, δημιουργεί πλήθος ερωτηματικών, που τείνουν να μένουν αναπάντητα. Μία αιφνίδια εξαφάνιση, την οποία δε δικαιολογούν ιατρικοί ή εργασιακοί λόγοι, συνήθως σκιαγραφεί μια ασταθή προσωπικότητα με θέματα εμπιστοσύνης. Η εσωτερική εκτίμηση του ατόμου για τη σχέση του με το άλλο πρόσωπο εξαρτάται άμεσα από το ασυνείδητο ιστορικό του. Ένας ανασφαλής δεσμός με τους φροντιστές του κατά την παιδική ηλικία δύναται να προκαλέσει τραύματα εγκατάλειψης, στα οποία αμύνεται ο ψυχισμός. Με τον καταναγκασμό της επανάληψης, το άτομο αναβιώνει παλαιότερες προβληματικές σχέσεις, ελέγχοντας αυτήν τη φορά την έκβασή τους. Η επιθυμία, λοιπόν, της απομάκρυνσης απορρέει, συχνά, από συναισθηματικές μνήμες προδοσίας, που παρακινούν το άτομο να “αποδράσει” πρώτο από τη σχέση. Παράλληλα, η έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό ενισχύει το φόβο, ότι μία συζήτηση με τον άλλον θα αποτρέψει τη λήξη της σχέσης. Όταν ένας άνθρωπος δεν αναγνωρίζει πλήρως τα αιτήματά του, αδυνατεί να επιχειρηματολογήσει υπέρ τους, με επακόλουθο η άλλη πλευρά να είναι σε θέση να τον μεταπείσει.
Παρά το γεγονός ότι η εξαφάνιση προσφέρει στο δράστη μια άμεση λύση, στην πραγματικότητα υποσκάπτει την αυτοπεποίθησή του. Ο ίδιος δεν επωμίζεται το θάρρος της γνώμης του, με αποτέλεσμα πολλές επιθυμίες του να παραμένουν λανθάνουσες. Στον αντίποδα, ο δέκτης του ghosting βρίσκεται ξαφνικά μετέωρος σε μία κατάσταση που του επιβλήθηκε ρητά. Η καθήλωσή του σε μία απόφαση που προέκυψε, χωρίς τη συγκατάθεσή του, μπορεί να δημιουργήσει εμμονές, ικανές να παγιδέψουν το νου σε μια στρεβλή πραγματικότητα. Παρά την πλαστικότητα του εγκεφάλου, ο άνθρωπος αδυνατεί να προσαρμοστεί σε απροσδόκητες μεταβολές, πόσο μάλλον, όταν του αποστερούν το δικαίωμα να αντιδράσει. Η συσσώρευση ερωτηματικών και η πιθανή ανάληψη των ευθυνών του χωρισμού δυσκολεύουν το άτομο να προχωρήσει τη ζωή του.
Ζούμε στον αιώνα της τεχνολογίας, όπου με ένα ‘’κλικ” μπορούμε να έχουμε κάποιον στην οθόνη μας. Αυτή η εύκολη πρόσβαση σε πρόσωπα και καταστάσεις παρακωλύει τη λήθη γεγονότων, που προκάλεσαν πόνο. Η αναζήτηση του δράστη του ghosting στα social media, συνήθως, ικανοποιεί ένα μέρος της επιθυμίας μας για επαφή μαζί του, μπορεί όμως να καταλήξει σε μια εμμονική παρακολούθηση της ζωής του σε καθημερινή βάση (stalking). Μην ξεχνάμε πως ο κόσμος αυτός είναι εικονικός και ότι πίσω από τα στιγμιότυπα χαράς και διασκέδασης κρύβεται ένας άνθρωπος με ψυχή παλλόμενη. Είμαστε οι ανάγκες μας, τα κίνητρά μας, οι επιθυμίες κι οι ανησυχίες μας, πτυχές του εαυτού μας που καμία ανάρτηση δεν μπορεί να αποτυπώσει. Μία απόσταση από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενισχύει την προσπάθεια ανάκαμψης του ατόμου, που μέσα από διαδοχικές μεταβάσεις σταδίων τερματίζει στην αποδοχή της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει.
Ονομάζομαι Μαρία Τριγώνη και είμαι τελειόφοιτη του τμήματος Ψυχολογίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο. Αυτό το διάστημα εκπονώ την πρακτική μου άσκηση στο CSI Institute, όπου ασχολούμαι με τη συγγραφή άρθρων που άπτονται της επικαιρότητας και εξετάζουν θέματα από μια ψυχολογική σκοπιά, την υποστήριξη και καθοδήγηση μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας καθώς και τη συμμετοχή σε διάφορα projects.