Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας (ή αλλιώς ΔΕΠ/Υ) πρόκειται για μία από τις συχνότερες νευρο-βιολογικές διαταραχές της παιδικής ηλικίας, η οποία συνήθως συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή. Εμφανίζεται σε ποσοστό 5-7% του μαθητικού πληθυσμού και είναι πιο συχνή στα αγόρια, με αναλογία 3 προς 1. Ωστόσο, αυτό το εύρημα είναι υπό αμφισβήτηση, με πολλούς επιστήμονες να υποστηρίζουν ότι η συχνότητα εμφάνισης είναι περίπου η ίδια, αλλά τα κορίτσια συχνά διαχειρίζονται καλύτερα τη διαταραχή με αποτέλεσμα η διάγνωση να διαλάθει ή να καθυστερήσει.
Αν και πρόκειται για μία πολύ συχνή, σαφώς τεκμηριωμένη διαταραχή, η ΔΕΠ/Υ πολλές φορές δε λαμβάνει την προσοχή που της αξίζει, με αποτέλεσμα να υπο-διαγιγνώσκεται σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Μάλιστα, για κάποιες επιστημονικές και κοινωνικές ομάδες, δεν είναι αποδεκτή και δε θεωρείται καν πραγματική. Ευτυχώς, τα τελευταία χρόνια, έχουν ενταθεί οι προσπάθειες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινωνίας, αναφορικά με τη διαταραχή. Ας καταρρίψουμε, λοιπόν, μερικούς μύθους για τη ΔΕΠ/Υ.
Μύθος 1: H ΔΕΠ/Υ δεν είναι σοβαρή διαταραχή
Πράγματι, η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας δεν είναι μία κατάσταση άμεσα απειλητική για τη ζωή και τη σωματική ακεραιότητα του ανθρώπου, ούτε έχει ως αποτέλεσμα τις σοβαρές συμπεριφορικές βλάβες που μπορεί να προκληθούν από την κατάθλιψη ή κάποια σοβαρή ψύχωση. Ωστόσο, εάν δε διαγνωσθεί, μπορεί να έχει πολύ σοβαρές συνέπειες για τη ζωή του ατόμου.
Εάν το άτομο δε μάθει να ζει αρμονικά με τη ΔΕΠ/Υ και δε διδαχθεί τις συμπεριφορικές μεθόδους και τις γνωστικές στρατηγικές που θα του επιτρέψουν να ξεπεράσει τους περιορισμούς που επιβάλλει η διαταραχή, υπάρχει ο κίνδυνος να υποστεί σημαντική έκπτωση η ποιότητα ζωής του. Αυτό μπορεί να σημαίνει ακαδημαϊκή ή επαγγελματική αποτυχία, καθώς και ελλιπείς κοινωνικές και διαπροσωπικές επαφές που μπορεί να οδηγήσουν σε εκδήλωση αυτοκτονικών ιδεασμών. Επίσης, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η ΔΕΠ/Υ συχνά συνδέεται με αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης δευτερογενών ψυχιατρικών επιπλοκών, όπως εξαρτήσεις, προβλήματα συμπεριφοράς, διαταραχές άγχους, διατροφικές διαταραχές και κατάθλιψη.
Μύθος 2: Η ΔΕΠ/Υ περνάει με τα χρόνια
Η ΔΕΠ/Υ είναι μία από αυτές τις διαταραχές που ποτέ δε θεραπεύονται πλήρως. Σαφώς, κανείς μπορεί να είναι άκρως λειτουργικός και να μην τον επηρεάζει η διαταραχή παρά μόνο σε μηδαμινό βαθμό, αλλά και πάλι, η ΔΕΠ/Υ συνήθως συνοδεύει το άτομο σε όλη του τη ζωή και μπορεί κανείς να εντοπίσει ψήγματα της διαταραχής στη συμπεριφορά του πάσχοντος.
Κατά καιρούς, μία νέα προσέγγιση ως προς τη θεραπεία της ΔΕΠ/Υ κάνει την εμφάνιση της. Φυσικά, υπάρχει η προσέγγιση που προτείνει φαρμακευτική αγωγή (διεγερτικά) για την αντιμετώπιση της διαταραχής, η γνωστική-συμπεριφορική θεραπεία, η ψυχοθεραπεία και άλλες. Ωστόσο, τίποτα από τα παραπάνω δε φαίνεται να μπορεί να θεραπεύσει παντελώς τη διαταραχή. Αυτό που τελικά έχει σημασία είναι η χρήση μίας συστηματικής, πολυ-παραγοντικής μεθόδου μέσω της οποίας το παιδί θα μάθει πώς να διαχειρίζεται τα συμπτώματα, ενώ η έγκαιρη διάγνωση φαίνεται να αποτελεί “κλειδί”.
Μύθος 3: Όλα τα παιδιά που έχουν ΔΕΠ/Υ είναι υπερκινητικά
Η ΔΕΠ/Υ έχει τρεις διαφορετικούς τύπους: ο απρόσεκτος τύπος, ο υπερκινητικός/παρορμητικός τύπος και ο συνδυασμένος τύπος. Όπως φαίνεται και από τις ονομασίες, ίδιον χαρακτηριστικό του δεύτερου τύπου δεν είναι άλλο από την υπερκινητικότητα, η οποία εντοπίζεται και στον συνδυασμένο τύπο. Όμως, η βαρύγδουπη δήλωση ότι όλα τα παιδιά με ΔΕΠ/Υ είναι υπερκινητικά είναι υπεραπλουστευμένη.
Ένα παιδί που ανήκει στον πρώτο τύπο μπορεί να είναι πολύ ήσυχο, ήρεμο και να μην εκδηλώνει καμία υπερκινητική συμπεριφορά. Σε αυτή την περίπτωση αποσπάται εύκολα, δυσκολεύεται να ακολουθήσει οδηγίες ή να ολοκληρώσει τα καθήκοντά του, δεν ακούει τι του λένε, αμελεί τις καθημερινές δραστηριότητες του, δεν είναι ιδιαίτερα οργανωτικό, ή/και ονειροπολεί. Εάν θεωρήσουμε την υπερκινητικότητα ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη της διαταραχής, αυτό αυτομάτως δυσχεραίνει και αποτρέπει την έγκαιρη διάγνωσή της.
Μύθος 4: Όλα τα παιδιά που έχουν ΔΕΠ/Υ αντιμετωπίζουν πρόβλημα συγκέντρωσης
Για άλλη μία φορά ερχόμαστε αντιμέτωποι με ένα μη ρεαλιστικό μοτίβο σκέψης, την υπεργενίκευση, που ποτέ μα ποτέ δε βοηθά. Ένα παιδί που έχει ΔΕΠ/Υ μπορεί να συγκεντρωθεί σε μία δραστηριότητα όταν αυτή του αρέσει. Δυσκολεύεται, ωστόσο, να διατηρήσει την προσοχή του όταν βρίσκει μία δραστηριότητα επαναλαμβανόμενη ή ανιαρή.
Σε αυτό το σημείο είναι πολύ κρίσιμη η παρέμβαση των γονιών, των δασκάλων και γενικότερα του κοινωνικού δικτύου του παιδιού. Δίνοντας στο παιδί ερεθίσματα και κίνητρα, σκαρφιζόμενοι διασκεδαστικούς τρόπους διδασκαλίας και εκμάθησης, ανακαλύπτοντας τι του αρέσει και τι απολαμβάνει ώστε να το χρησιμοποιήσουμε στην εκπαιδευτική διαδικασία, αλλά και στην καθημερινή του ζωή, μεγιστοποιεί τις πιθανότητες καλής πρόγνωσης.
Ονομάζομαι Βουρλιωτάκη Αγγελική και είμαι τελειόφοιτη του τμήματος Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στη διάρκεια των σπουδών μου έχω παρακολουθήσει σεμινάρια πάνω στην εγκληματολογία, ενώ τη συγκεκριμένη περίοδο παρακολουθώ διαδικτυακό σεμινάριο με θέμα την Ψυχολογία της Ποινικής Δικαιοσύνης από το Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ της Αυστραλίας. Ασχολούμαι ενεργά με την αρθρογραφία και κάνω την πρακτική μου άσκηση στο Διεθνές Ινστιτούτο για την Κυβερνοασφάλεια, συμμετέχοντας στη συγγραφή άρθρων και στη γραμμή ψυχολογικής υποστήριξης.