COVID-19, Ανθρώπινες Σχέσεις, Κοινωνία, Ψυχική υγεία

Τίθεται τελικά θέμα κοινωνικού αποκλεισμού μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων ;

Το τελευταίο διάστημα επικρατεί το σενάριο περί υποχρεωτικότητας του εμβολίου, το οποίο αναμφίβολα έχει εγείρει ποικίλες αντιδράσεις. Δεν είναι λίγοι μάλιστα που κάνουν λόγο για «εμφύλιο» στην ελληνική κοινωνία. Ο πλήρης διαχωρισμός μεταξύ εμβολιασμένων και μη εμβολιασμένων είναι προ των πυλών, με αρκετούς να αναρωτιούνται για το κατά πόσο πρόκειται πράγματι περί ύπαρξης προνομίων για τους εμβολιασμένους ή στέρησης ατομικών δικαιωμάτων στους μη εμβολιασμένους.

Το πλέον σίγουρο είναι πως η διάκριση αυτή οδηγεί σε αντιπαλότητα, εγείρει αντιδράσεις και, όπως όλα δείχνουν, αναμένεται να διχάσει την κοινωνία. Από τη μια πλευρά, οι μη εμβολιασμένοι διαμαρτύρονται επειδή η υιοθέτηση διευκολύνσεων προς τους εμβολιασμένους δημιουργεί διακρίσεις εναντίων των ιδίων και κατά συνέπεια θίγονται θέματα ισότητας και ελευθερίας της διάθεσης μεταξύ των πολιτών. Ωστόσο, απ’ την άλλη πλευρά, αν δεν υπήρχαν οι διευκολύνσεις, οι εμβολιασμένοι θα είχαν κάθε λόγο να διαμαρτυρηθούν και οι ίδιοι απ’ την πλευρά τους, υφιστάμενοι οριζόντιους περιορισμούς προκειμένου να προστατευθούν όσοι επέλεξαν να απέχουν από τον εμβολιασμό.

Δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν πως ο διαχωρισμός των ατόμων σε εμβολιασμένους και μη αναμένεται να οδηγήσει στην περιθωριοποίηση και τον κοινωνικό αποκλεισμό των τελευταίων. Ο κοινωνικός αποκλεισμός ή αλλιώς η κοινωνική περιθωριοποίηση αποτελεί ένα σύνθετο φαινόμενο, καθώς μπορεί να είναι συνυφασμένος με διάφορες συμπεριφορές στην καθημερινή ζωή. Θα μπορούσε να οριστεί ως μια κατάσταση απουσίας ή αφαίρεσης κοινωνικών ή πολιτικών ή και ατομικών ακόμα δικαιωμάτων. Ως ένας συνδυασμός της έλλειψης οικονομικών πόρων, της κοινωνικής απομόνωσης και της περιορισμένης πρόσβασης σε κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Αποτελεί μια σχέση έλλειψης ή περιστολής της δυνατότητας για συμμετοχή στις διαμορφωμένες και αποδεκτές μορφές πράξης, κοινωνικών σχέσεων και επικοινωνίας που συμβάλλουν στην κατάκτηση ενός μεγαλύτερου επιπέδου ελευθερίας του ανθρώπου. Ως διαδικασία, υπάρχουν πέντε στάδια που οδηγούν στον κοινωνικό αποκλεισμό (Mazel, 1996):

  • Το στάδιο του κινδύνου: Αφορά κατηγορίες πληθυσμού που έχουν χαρακτηριστικά που τις καθιστούν ευάλωτες (σχολική αποτυχία, αναλφαβητισμός, δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης) και στο βαθμό κινδύνου που αντιμετωπίζουν.
  • Το στάδιο της απειλής: Αφορά μια μεγάλη ποικιλία καταστάσεων πρωτόγνωρων και ξαφνικών τις οποίες καλείται το άτομο ξαφνικά να αντιμετωπίσει (απόλυση σε μεγάλη ηλικία, διαζύγιο ή θάνατο συζύγου).
  • Το στάδιο της αποσταθεροποίησης: Πρόκειται για το αποτέλεσμα των τρόπων με τους οποίους τα άτομα αντιμετωπίζουν το παραπάνω στάδιο, αυτό της απειλής. Οι τρόποι αυτοί εξαρτώνται από τους οικογενειακούς δεσμούς που διατηρούν τα άτομα, καθώς εάν οι δεσμοί είναι ασθενείς ή ακόμη και ανύπαρκτοι, η αποσταθεροποίηση μπορεί να οδηγήσει στον αποκλεισμό τους από το κοινωνικό σύνολο.
  • Το στάδιο της έκπτωσης: Είναι το αποτέλεσμα της ρήξης των κοινωνικών δεσμών και αναφέρεται στην αδυναμία επανένταξης. Εάν αυτή η έκπτωση διαιωνιστεί σε πολλούς τομείς και για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε παγιώνεται και οδηγεί στον κοινωνικό αποκλεισμό.
  • Το στάδιο του πραγματικού αποκλεισμού: Αφορά την πλήρη ρήξη των κοινωνικών δεσμών που συνδέονται με όλους τους τομείς της ζωής του ατόμου, την απασχόληση, την οικογένεια, τις διαπροσωπικές σχέσεις και την κατοικία.

Η κοινωνική απομόνωση, είτε με την μορφή της επιλογής σε περιπτώσεις οργανικής παθολογίας ή ψυχολογικής είτε με την μορφή του κοινωνικού αποκλεισμού, έχει σοβαρές αρνητικές επιπτώσεις στην ψυχολογία του ανθρώπου. Και ο λόγος δεν είναι άλλος από το ότι το άτομο στερείται μια από τις πιο βασικές ανάγκες του ανθρώπου, της αίσθησης δηλαδή του ανήκειν, του ότι είναι μέρος ενός συνόλου, μιας κοινωνίας και συμμετέχει σε διάφορες δραστηριότητες. Αυτό με τη σειρά του έχει ως αποτέλεσμα τη μειωμένη ικανότητα του ατόμου σε όλους τους τομείς της ζωής του, τόσο προσωπικούς όσο και επαγγελματικούς. Οδηγεί σε μειωμένη απόδοση και μη παραγωγικότητα του ατόμου στο εργασιακό του περιβάλλον, γεγονός που πλήττει την οικονομία συλλήβδην. Και φυσικά, όσο αυξάνεται ο αριθμός των ατόμων που περιθωριοποιούνται και βιώνουν τις επιπτώσεις του κοινωνικού αποκλεισμού, τόσο περισσότερο διαταράσσεται η κοινωνική συνοχή. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός δημιουργεί συμπεριφορές που αφενός «δικαιολογούν» την ύπαρξή του και αφετέρου συμβάλλουν στο να εντείνεται συστηματικά, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.

Οι κυριότερες ψυχολογικές επιπτώσεις του κοινωνικού αποκλεισμού στο άτομο είναι η δημιουργία αισθήματος ανασφάλειας που ξεκινά από έναν τομέα αλλά σταδιακά επεκτείνεται σε όλους τους τομείς της ζωής του ατόμου. Χάνει τα κίνητρά του στο εργασιακό του περιβάλλον και κατά συνέπεια περιθωριοποιείται και από αυτό. Η κατάσταση αυτή επεκτείνεται και στην προσωπική ζωή του ατόμου, καθώς λόγω της κατάστασης που βιώνει, χάνει το ενδιαφέρον του και δυσκολεύεται να συνάψει αλλά και να διατηρήσει ερωτικές σχέσεις. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που το άτομο μπορεί να βιώσει έκπτωση στις γνωστικές του λειτουργίες, όπως η ομιλία, η έκφραση επιθυμιών και η κριτική ικανότητα ή/ και μείωση της ικανότητάς του να αναπτύξει τις ατομικές του δεξιότητες. Αποκτά ένα αίσθημα ανικανότητας, συνηθίζει την κατάσταση την οποία βιώνει και σταδιακά τείνει να δρα κατά αυτό τον τρόπο, ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Έτσι, οι μόνες συμπεριφορές που εισπράττει είναι αντίστοιχες αυτών. Μάλιστα, εν καιρώ, υιοθετεί την πεποίθηση ότι το ίδιο φταίει για την κατάσταση που βιώνει και πως του αξίζει όλο αυτό.

Από τα παραπάνω διαφαίνεται πως τα άτομα που υφίστανται διακρίσεις και περιθωριοποιούνται από το κοινωνικό σύνολο, βιώνουν τις επιπτώσεις του κοινωνικού αποκλεισμού οι οποίες διατείνονται σε όλες τις πτυχές της ζωής τους.  Η σημασία του ανήκειν και η ενεργή συμμετοχή του ατόμου στο κοινωνικό σύνολο είναι μείζονος σημασίας τόσο για την ψυχολογική του ευημερία όσο και για την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του συνολικά.

Τελικά, τίθεται θέμα κοινωνικού αποκλεισμού εν όψει της διάκρισης μεταξύ εμβολιασμένων και μη ή όχι ;