COVID-19, Παιδιά, Ψυχική υγεία

Τι συμβαίνει με τα παιδιά που έχασαν τους φροντιστές τους εξαιτίας του Covid-19;

Το να χάσει ένα παιδί το πρόσωπο που το φροντίζει αποτελεί από μόνο του μια τεράστια πρόκληση για την ψυχική του υγεία, πόσο μάλλον αν αυτό γίνει εν μέσω πανδημίας και συγκεκριμένα λόγω του Covid-19.

Αρχικά, καλό θα ήταν να διευκρινίσουμε τη σημασία του όρου φροντιστής. Φροντιστής είναι το άτομο που έχει αναλάβει την φροντίδα του παιδιού, είτε είναι ο γονιός, είτε ο παππούς ή η γιαγιά, είτε είναι η θεία ή ο θείος, σε περίπτωση που ο ίδιος ο γονιός δεν μπορεί να αναλάβει την επιμέλεια, λείπει στο εξωτερικό ή έχει πεθάνει.

Γενικότερα, ο θρήνος για ένα παιδί είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία, σε συνδυασμό όμως με μια ακραία κατάσταση, όπως η πανδημία, μπορεί να επιφέρει τραγικές επιπτώσεις, οι οποίες ίσως φανούν αργότερα στη ζωή του παιδιού. Υπάρχει πιθανότητα το παιδί να εμφανίσει συμπτώματα μετατραυματικού στρες, τα οποία είναι πολύ σοβαρότερα από ότι θα ήταν σε αντίστοιχη περίπτωση, χωρίς την πανδημία. Αυτά τα συμπτώματα δυστυχώς μπορούν να κάνουν τη διαδικασία του πένθους να διαρκέσει περισσότερο και δεν αφήνουν το παιδί να κάνει απλά καθημερινά πράγματα, όπως το να παίξει με τους φίλους του ή να μάθει πράγματα στο σχολείο.

Όλη η δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι ο θρήνος αυτών των παιδιών είναι πιο περίπλοκος. Αυτό συμβαίνει, διότι εξαιτίας των μέτρων και των περιορισμών, τα παιδιά ένιωσαν μοναξιά, χωρίς να έχουν ένα υποστηρικτικό δίκτυο κοντά τους ούτε και την υποστήριξη του γονιού που κινδύνευε να χάσει τη ζωή του εξαιτίας του Covid-19, επειδή και ο ίδιος βρισκόταν σε καραντίνα. Επίσης, εξαιτίας των περιορισμών μπορεί να μην είχαν καν τη δυνατότητα να αποχαιρετίσουν τον φροντιστή τους ή να πάνε στην κηδεία του. Επομένως, λόγω των συγκεκριμένων δύσκολων περιστάσεων, το παιδί βίωσε έντονα την απομόνωση, τη στιγμή που χρειαζόταν περισσότερη στήριξη από ποτέ.

Είναι γεγονός ότι οι περισσότεροι από εμάς ένιωσαν έντονο στρες εξαιτίας της πανδημίας, ειδικότερα τα παιδιά, τα οποία δεν μπορούν να κατανοήσουν γιατί άλλαξε η ζωή τους ριζικά. Ας σκεφτούμε, όμως, πόσο μεγαλύτερο είναι το άγχος που βίωσαν τα παιδιά που έχασαν τον φροντιστή τους εξαιτίας του ιού. Τα παιδιά αυτά πλέον νιώθουν υπερβολικό άγχος και φοβούνται πάρα πολύ για το ποιος άλλος μπορεί να νοσήσει, μήπως χάσουν κι άλλο αγαπημένο τους άτομο ή μήπως νοσήσουν και τα ίδια.

Οι τρόποι με τους οποίους θα διαχειριστεί ένα παιδί τον θρήνο εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες, όπως από το πως ήταν πριν το συμβάν, αν έχει δίπλα του ένα δυνατό υποστηρικτικό δίκτυο και αν οι τωρινοί φροντιστές του μπορούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του. Επίσης, η ηλικία αποτελεί σημαντικό παράγοντα, διότι ανάλογα με την ηλικία που βρίσκεται το παιδί, θα έχει και διαφορετική αντίδραση. Τα παιδιά προσχολικής ηλικίας ίσως είναι πιο προσκολλημένα στον τωρινό φροντιστή τους, τα παιδιά σχολικής ηλικίας έχουν συνεχώς απορίες και αναρωτιούνται «γιατί συνέβη αυτό;», ενώ οι έφηβοι σκέφτονται πιο αφηρημένα και αναλογίζονται πως θα επηρεάσει η παρούσα κατάσταση το μέλλον τους.

Κρίνεται, λοιπόν, απαραίτητη η παροχή φροντίδας της ψυχικής υγείας όχι μόνο αυτών των παιδιών, αλλά και των φροντιστών τους, ώστε να είναι και αυτοί σε θέση να υποστηρίξουν ουσιαστικά τα παιδιά σε αυτή τη δύσκολη περίσταση. Υπάρχουν αποτελεσματικές παρεμβάσεις, οι οποίες μπορούν να αποτρέψουν πιθανές μελλοντικές αρνητικές συνέπειες και πρέπει κάθε παιδί να έχει πρόσβαση σε αυτές. Αυτού του είδους οι παρεμβάσεις χρησιμοποιούν διάφορες μεθόδους που μπορούν να ανακουφίσουν το τραύμα, όπως την χρήση μεταβατικών αντικειμένων, αφού το να περάσει χρόνο το παιδί με τον νοσούντα γονέα δεν είναι δυνατόν, ή το παιδί ενθαρρύνεται να γράψει ένα γράμμα ή να ζωγραφίσει κάτι για τον φροντιστή του ή να κρατάει μια φωτογραφία του πάντα μαζί του.

Συμπερασματικά, αν λάβουμε υπόψη μας ότι κάθε 12 δευτερόλεπτα ένα παιδί χάνει τον φροντιστή του εξαιτίας του Covid-19, είναι αναγκαίο να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα, ώστε τα παιδιά αυτά να λάβουν την υποστήριξη που χρειάζονται.

Πηγές:

www.apa.org

answers.childrenshospital.org