Ο ιδρυτής της εφαρμογής Telegram, Pavel Durov, συνελήφθη το περασμένο Σάββατο στο αεροδρόμιο του Παρισιού, με ένταλμα που αφορούσε στον ελλιπή έλεγχο και επανέλεγχο του Telegram. Το Telegram είναι μια ρωσικής προέλευσης εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων, η οποία είναι γνωστή για το αφιλτράριστο περιεχόμενό της. Το Telegram δημιουργήθηκε το 2013, έχει σχεδόν 900 εκατομμύρια ενεργούς χρήστες και το νούμερο αναμένεται να ξεπεράσει το 1 εκατομμύριο μηνιαίως μέσα στον επόμενο χρόνο. Η συγκεκριμένη εφαρμογή βρίσκεται σε διαμετρικά αντίθετη θέση των αμερικανικών “αντιπάλων” του, όπως το WhatsApp και το Messenger, τα οποία δέχονται αρκετές επικρίσεις για την εμπορική εκμετάλλευση των προσωπικών δεδομένων των χρηστών τους. Επίσης, είναι γνωστή για την υψηλού επιπέδου κρυπτογράφηση και την περιορισμένη εποπτεία των αναρτήσεων των χρηστών της, γεγονός που την καθιστά ιδιαίτερα επιρρεπή σε παραπληροφόρηση, θεωρίες συνωμοσίας και επιβλαβές περιεχόμενο.
Η εισαγγελία του Παρισιού δήλωσε ότι ο Pavel Durov κρατείται στο πλαίσιο έρευνας που ξεκίνησε στις 8 Ιουλίου 2024. Ερευνάται για κατηγορίες που σχετίζονται με πλήθος εγκλημάτων στην εφαρμογή, όπως εμπόριο ναρκωτικών, σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, ξέπλυμα χρήματος, διασπορά ψευδών ειδήσεων, ακόμα και δραστηριότητες που σχετίζονται με το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία. Ωστόσο, μετά την καταβολή της εγγύησης ύψους 5 εκατομμυρίων ευρώ, ο Pavel Durov αφέθηκε ελεύθερος με περιοριστικούς όρους. Του απαγορεύτηκε η έξοδος από τη Γαλλία μέχρι να διερευνηθούν περαιτέρω οι κατηγορίες εναντίον του.
Η συγκεκριμένη σύλληψη έχει ανοίξει τη συζήτηση / αντιπαράθεση όσον αφορά την ελευθερία του λόγου. Η μια πλευρά υποστηρίζει ότι το Telegram είναι μια εφαρμογή που μαζεύει και “υποθάλπει” όλων των ειδών τους εγκληματίες, και η άλλη ότι είναι μια εφαρμογή που υπερασπίζεται και προάγει την ελευθερία του λόγου, καθώς δεν υπάρχει λογοκρισία. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Είναι γεγονός στην εφαρμογή δεν υπάρχει κάποιου είδους λογοκρισία, και ο κάθε χρήστης μπορεί να εκφραστεί ελεύθερα. Επίσης, το Telegram δεν έχει δώσει ποτέ στοιχεία των χρηστών του σε εταιρίες ή κυβερνήσεις -σε αντίθεση με άλλες παρόμοιες εφαρμογές- υπερασπίζοντας έτσι την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων. Λόγω αυτού, είναι μια εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων η οποία προτιμάται, έναντι άλλων, από άτομα που εμπλέκονται σε παράνομες δραστηριότητες.
Αρκετές χώρες έχουν επιχειρήσει να μπλοκάρουν την χρήσης της εφαρμογής. Συγκεκριμένα, το Ιράν και η Ρωσία για υπόθαλψη βίαιων ομάδων της αντιπολίτευσης, η Βραζιλία επειδή η εφαρμογή δεν αποκάλυψε στις αρχές στοιχεία νεοναζιστικών ομάδω και η Ισπανία για παραβίαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Στη Γαλλία, το Telegram κατηγορείται ότι δεν κάνει κάποια ενέργεια, ώστε να εμποδίσει τους χρήστες του να χρησιμοποιούν την εφαρμογή για παράνομες δραστηριότητες, λόγω έλλειψης ρυθμιστικών κανόνων και συνεργασίας με τις αρχές. Έχοντας έδρα το Ντουμπάι, το Telegram κατάφερε να γλυτώσει από ένα μεγάλο μέρος ρυθμιστικών ελέγχων.
Είναι, όμως, μια εφαρμογή υπεύθυνη για όλες αυτές τις εγκληματικές δραστηριότητες; Η απάντηση είναι πως σίγουρα δεν είναι. Η εφαρμογή σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί την αιτία όλων αυτών, καθώς όλα αυτά προϋπήρχαν της εφαρμογής και θα συνεχίσουν να υπάρχουν, ακόμα και αν η εφαρμογή απαγορευτεί. Οι αρχές και οι κυβερνήσεις διάφορων χωρών επικαλούνται τις εγκληματικές δραστηριότητες που λαμβάνουν χώρα εντός της εφαρμογής, ώστε να την απαγορεύσουν. Επιφανειακά, κάτι τέτοιο φαντάζει λογικό και θεμιτό, αλλά την ίδια στιγμή είναι και επικίνδυνο γιατί έρχεται σε κόντρα με την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης. Σε ορισμένες αγορές χωρών, όπως η Ασία, το Telegram είναι από τις λίγες ελεύθερες εφαρμογές όπου οι χρήστες μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα. Τα νέα για τη σύλληψη του ιδρυτή της εφαρμογής πυροδότησαν αντιδράσεις παγκοσμίως για την απόπειρα να περιοριστεί η ελεύθερη έκφραση στο διαδίκτυο. Οι αντιδράσεις ήταν αναμενόμενες, καθώς κάτι τέτοιο μπορεί να πάρει επικίνδυνη τροπή στο μέλλον. Εξάλλου, το τι είναι παράνομο ή εγκληματικό καθορίζεται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Η καταστολή της ελευθερίας του λόγου δεν αποτελεί αποτρεπτικό μέσο για τις εγκληματικές δραστηριότητες, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν με άλλους τρόπους.
Πηγή:
Ονομάζομαι Χριστίνα Μπομπογιάννη, είμαι απόφοιτη της Εγκληματολογικής Ψυχολογίας (BSc Forensic Psychology) στο ICPS, σε συνεργασία με το πανεπιστήμιο UCLAn της Αγγλίας και αυτή τη στιγμή βρίσκομαι στο στάδιο του Μεταπτυχιακού (MSc in Applied Forensic Psychology). Είμαι εθελόντρια στο το Διεθνές Ινστιτούτο Κυβερνοασφάλειας (CSI Institute) ως αρθρογράφος και υποστήριξη στα social media.