Η συναίνεση είναι ένα ζήτημα το οποίο μένει συχνά εκτός των συζητήσεων μεταξύ γονέων και παιδιών. Είναι συνηθέστερο να γίνεται αναφορά σε θέματα σεξουαλικής αγωγής και ερωτικών σχέσεων, σε θέματα που στοχεύουν στη σωστή πρόληψη και προφύλαξη από μία ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη ή από σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα. Τι είναι όμως ο όρος συναίνεση, πως τη λαμβάνουμε και πώς την δίνουμε και γιατί έχει σημασία και στις στενές διαπροσωπικές σχέσεις;
Παρόλο που το θέμα της συναίνεσης έχει έρθει σε μεγάλο βαθμό στο προσκήνιο με αφορμή το κίνημα #MeToo, οι έρευνες δείχνουν ότι δεν αποτελεί ακόμη βασικό στοιχείο των συζητήσεων που κάνουν οι γονείς στα έφηβα παιδιά τους. Όταν όντως η συναίνεση τίθεται στη συζήτηση, αυτή αναφέρεται κυρίως σε αλληλεπιδράσεις με αγνώστους ή σε γνωριμίες σε πάρτυ, παρά στις τρέχουσες διαπροσωπικές σχέσεις ή σε οικογενειακές καταστάσεις. Έτσι προωθείται η λανθασμένη πεποίθηση ότι τα περισσότερα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης συμβαίνουν από αγνώστους. Ακόμη όμως και στο σχολικό πλαίσιο, η συναίνεση διδάσκεται σπάνια.
Ένα από τα βασικά θέματα που αποτρέπει πολλούς γονείς να μιλήσουν για τη συναίνεση είναι επειδή η πλειοψηφία τους δεν την διδάχτηκε μεγαλώνοντας και για αυτό ακριβώς το λόγο τους φαντάζει σαν πρόκληση. Επίσης, τα μηνύματα που οι γονείς πρέπει να περάσουν στα παιδιά, μερικές φορές αντιτίθενται στις συνηθισμένες αντιλήψεις. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι γονείς παροτρύνουν τα παιδιά τους να αγκαλιάζουν τους συγγενείς τους όταν τους βλέπουν, ανεξάρτητα από το αν το παιδί το επιθυμεί αυτό. Το να αρνηθεί ένα παιδί να αγκαλιάσει ή να φιλήσει έναν συγγενή, μπορεί να δημιουργήσει μία άβολη κατάσταση για τους γονείς, αλλά με το να επιβάλλει κανείς στο παιδί του να έχει οποιαδήποτε σωματική επικοινωνία, του περνάει έμμεσα το μήνυμα ότι δεν αποφασίζει το ίδιο για το σώμα του.
Η επικαιρότητα του ζητήματος και το γεγονός ότι η συναίνεση δεν αποτελούσε ένα καίριο ζήτημα στις μεγαλύτερες γενιές, δεν πρέπει να αποτελεί λόγο αποφυγής του θέματος στους γονείς. Πολλοί γονείς ενδέχεται να μην γνωρίζουν τον τρόπο να θίξουν ένα τέτοιο θέμα, όμως ποτέ δεν είναι αργά να μάθουν. Πέρα από τις διαδικτυακές πηγές, οι γονείς μπορούν να συμβουλευτούν και νέους συγγενείς, που ενδεχομένως είναι πιο οικείοι με το θέμα.
Πρακτικά, η συναίνεση μπορεί να διδαχθεί σε όλες τις ηλικίες. Στα μικρότερα παιδιά με την παροχή ευελιξίας και επιλογής σε θέματα φυσικής επαφής με συγγενείς, με την παρότρυνση να παρατηρούν τις εκφράσεις και τις πράξεις των συνομηλίκων και να τους κάνουν ερωτήσεις όπως: “Θέλεις να παίξεις μαζί μου;”, “Μπορώ να σου κρατήσω το χέρι”, “Θέλεις να σταματήσουμε να παίζουμε;”. Όλα τα παραπάνω μπορούν να θέσουν τα απαραίτητα θεμέλια στην ανάπτυξη της αυτοπεποίθησης του παιδιού να υπερασπίζεται τα δικαιώματά του, να θέτει όρια αλλά και να σέβεται τα όρια των άλλων.
Στα μεγαλύτερα παιδιά, πρέπει να προωθείται η έκφραση των επιθυμιών και των συναισθημάτων σχετικά με τι τους αρέσει και τι όχι, οι ερωτήσεις για το αν αυτό που κάνουν αρέσει στον άλλο. Στους εφήβους και στους νέους ενήλικες οι γονείς μπορούν να ρωτήσουν πράγματα όπως: “Πώς ξέρεις ότι είναι εντάξει να φιλήσεις κάποιον;” “Πώς μπορείς να γνωρίζεις ότι κάποιος ενδιαφέρεται ερωτικά για εσένα;”. Ειδικά στα αγόρια εφήβους ή φοιτητές πρέπει να γίνεται αναφορά στην έννοια της αρρενωπότητας, δίνοντας βάση στα στερεοτυπικά και επιβλαβή μοτίβα συμπεριφοράς της τοξικής αρρενωπότητας, μεταξύ άλλων την τάση για κυριαρχία, την υποτίμηση των γυναικών, την ακραία αυτοπεποίθηση και την καταστολή των συναισθημάτων. Τα στερεότυπα αυτά δεν έχουν κανένα λόγο ύπαρξης στην κοινωνία μας και πρέπει όλοι να συμβάλλουμε στην καθολική κατάργησή τους.
Η συναίνεση δεν είναι τίποτα παραπάνω από μία μορφή ενσυναίσθησης. Δεν είναι ένα άβολο ζήτημα, ούτε κάτι για το οποίο πρέπει ένας γονιός να ντρέπεται να μιλήσει. Είναι ένα είδος ενσυναίσθησης που μας επιτρέπει να θέτουμε όρια, να αναγνωρίζουμε και να σεβόμαστε τα όρια των άλλων, να εκφράζουμε τις επιθυμίες μας και να εντοπίζουμε και να ενδιαφερόμαστε για τις επιθυμίες και τα συναισθήματα των άλλων.
Είναι η βάση για πιο υγιείς, ισότιμες και ικανοποιητικές σχέσεις.
Πηγή: rewirenewsgroup.com
Η εθελοντική ομάδα του CSI Institute, αποτελούμενη από εξειδικευμένους επιστήμονες όπως, ψυχολόγους, εγκληματολόγους, κοινωνιολόγους καθώς και τεχνικούς δικτύων & πληροφορικής, είναι κοντά σας παρέχοντας πληροφορία, ενημέρωση και γνώση μέσα από ποικίλα θέματα αρθρογραφίας.