Γράφει η Πωλίνα Ζέρβα, Ψυχολόγος
Ένα από τα επακόλουθα της πανδημίας και του εγκλεισμού αποτελεί το γεγονός ότι μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού έχει στραφεί στις διαδικτυακές αγορές. Το φαινόμενο αυτό έχει πάρει πολύ ανησυχητικές διαστάσεις. Η ευκολία που προσφέρουν οι online αγορές μπορεί να πυροδοτήσει την παρόρμηση των ατόμων που υποκύπτουν εύκολα στους αγοραστικούς πειρασμούς.
Η ψυχαναγκαστική διαταραχή αγορών – «ωνιομανία» ορίζεται ως μια ακραία ενασχόληση με τις αγορές και την κατανάλωση και με έντονη παρόρμηση για ψώνια, η οποία βιώνεται ως εμμονική. Αποτελεί μια χρόνια, επαναλαμβανόμενη αγορά που συμβαίνει ως απόκριση σε αρνητικά γεγονότα ή συναισθήματα. Η ανακούφιση αυτών των αρνητικών συναισθημάτων είναι το κύριο κίνητρο για τη συμμετοχή στη συγκεκριμένη συμπεριφορά. Η αγορά παρέχει στο άτομο βραχυπρόθεσμα θετικά οφέλη, αλλά θα έχει ως αποτέλεσμα μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες. Μπορεί να προκαλέσει σημαντικά προβλήματα, όπως ενοχές και λύπη μετά την ολοκλήρωση των αγορών, μια αίσθηση έλλειψης ελέγχου, οικογενειακές διαμάχες σχετικά με τις υπερβολικές αγορές και οικονομική δυσφορία.
Άτομα με ωνιομανία ίσως να αναπτύσσουν μία ιδιαίτερη έλξη προς τις διαδικτυακές αγορές, επειδή διαθέτουν τεράστια ποικιλία προϊόντων, είναι εύκολες, γρήγορες και τους δίνουν τη δυνατότητα να αγοράσουν απαρατήρητοι και στα κρυφά, χωρίς να επικρίνονται. Τα πάντα βρίσκονται ένα “κλικ” μακριά και αυτό λειτουργεί πολύ προτρεπτικά. Ο διαδικτυακός εθισμός στις αγορές είναι μια μορφή εθισμού στο διαδίκτυο και τα άτομα με κοινωνικό άγχος είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στην ανάπτυξη αυτού του τύπου, καθώς δεν απαιτεί επαφή πρόσωπο με πρόσωπο, ενώ παράλληλα διατηρούν την ανωνυμία τους.
Σε ορισμένες φάσεις της ζωής τους, οι άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να επιδοθούν σε αγορές ανεξάρτητα από το αν αυτό που θέλουν να αγοράσουν το έχουν πραγματικά ανάγκη. Αυτή τους την ακατανίκητη και παράλογη επιθυμία την αποκαλούν «αγοραθεραπεία» (shopping therapy), που αναφέρεται στην πιο ήπια και σχεδόν φυσιολογική εκδοχή του καταναλωτικού συνδρόμου.
Το πρόβλημα ξεκινάει όταν οι αγορές μετατρέπονται από ευχαρίστηση σε εμμονή, από απλή ικανοποίηση σε υποσυνείδητη πράξη υπεραναπλήρωσης των ανικανοποίητων ψυχολογικών αναγκών με υλικά αντικείμενα, τα οποία στο φαντασιακό του καταναλωτή αποκτούν υψηλό συμβολικό περιεχόμενο. Πολλές φορές τα άτομα αυτά χρησιμοποιούν τα ψώνια ως αναισθητικό, αγοράζουν όλο και περισσότερα πράγματα για να μπορέσουν να ξεχάσουν τα προβλήματά τους, να καλύψουν τα συναισθηματικά κενά τους, δημιουργώντας στον εαυτό τους την ψευδαίσθηση πως έτσι νιώθουν πλήρεις.
Έρευνες έχουν δείξει πως όταν ένα άτομο βιώνει αρνητικά συναισθήματα, αυτομάτως αυξάνεται η τάση και η ανάγκη του για κατανάλωση. Όταν ικανοποιεί αυτή του την ανάγκη, ακόμη και με μια μικρή αγορά, αυτομάτως βιώνει πρόσκαιρα αισθήματα χαράς και ικανοποίησης. Η ικανοποίηση που νιώθει όμως είναι βραχύβια κι έτσι το άτομο αμέσως ξεκινά να σχεδιάζει την επόμενη αγορά του.
Η ωνιομανία συνδέεται, εξαρτάται και καθορίζεται από μη συνειδητούς νοητικούς και ψυχολογικούς μηχανισμούς. Το σύνδρομο αυτό συντηρείται και διαιωνίζεται από τις διαφημίσεις που εξυπηρετούν κατά κόρον το σκοπό αυτό, καθώς στόχος τους αποτελεί η χειραγώγηση των καταναλωτών με σκοπό να τους πείσουν πως χρειάζονται όλο και περισσότερα πράγματα, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι σε θέση οικονομικά να τα αποκτήσουν. Κι εκεί ξεκινάει ένας φαύλος κύκλος, καθώς ο καταναλωτισμός φαίνεται να έχει γίνει μέτρο κοινωνικής αξίας και μια ατέρμονη προσπάθεια ενίσχυσης της αυτοεκτίμησης.
Τέτοιες συμπεριφορές φαίνεται να είναι απόρροια της κοινωνίας της επίδοσης, καθώς οι άνθρωποι προσπαθούν με κάθε κόστος να είναι όσο το δυνατόν πιο όμορφοι, πιο δυνατοί, πιο υγιείς, πιο πετυχημένοι, δημιουργώντας στον εαυτό τους την ψευδαίσθηση πως κάτι τέτοιο θα επιτευχθεί σε κάποιο βαθμό από τις αγορές. Ειδικά τώρα, κατά τη διάρκεια του lockdown, που οι αγορές εκτοξεύθηκαν στα ύψη, φαίνεται πως στους ανθρώπους δημιουργήθηκε η ανάγκη να παραμείνουν «όπως είναι». Να προσπαθήσουν μέσα από τα ψώνια να αντισταθμίσουν την αδράνεια που υπάρχει στην καθημερινότητά τους και να μην «αλλοιωθεί» η εικόνα τους.
Έρευνες έχουν ότι η ωνιομανία συνδέεται άμεσα με τις συχνές κρίσεις πανικού, την αγχώδη συμπεριφορά και την αδυναμία ελέγχου των παρορμήσεων. Αποτελεί έναν σαφή και αδιάψευστο δείκτη μιας βαθύτερης ψυχολογικής διαταραχής, ενός υπαρξιακού προβλήματος που σχετίζεται άμεσα με την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Πολλές φορές, όταν βιώνουμε αρνητικά συναισθήματα, μετά από μια απογοήτευση ή απόρριψη, δημιουργείται η τάση να υποκαθιστούμε την πραγματική ανάγκη μας για ανθρώπινη επαφή και επικοινωνία με άψυχα υλικά αντικείμενα που δεν μας στενοχωρούν ούτε μας απογοητεύουν.
Ποια είναι η ειδοποιός διαφορά μεταξύ της «αγοραθεραπείας» (shopping therapy) και της «ωνιομανίας»; Στην περίπτωση της ωνιομανίας, οι αγορές αποτελούν το κύριο μέσο του ατόμου για να αντιμετωπίσει τα αρνητικά συναισθήματα που βιώνει. Η ανάγκη του για αγορές είναι ακατανίκητη και αδυνατεί να την ελέγξει. Το άτομο γίνεται έρμαιο των αγορών και δεν είναι κύριος του εαυτού του.
Θα μπορούσαμε λοιπόν να πούμε ότι πρόκειται για άλλο ένα είδος εθισμού και εξάρτησης; Διαφέρει από τις εξαρτήσεις από τα ναρκωτικά και το αλκοόλ; Πολλοί άνθρωποι περιγράφουν τα «οφέλη» και τα συναισθήματα ενθουσιασμού μετά την πραγματοποίηση μιας αγοράς όπως το αίσθημα που βιώνουν οι τοξικομανείς μετά από χρήση. Μάλιστα, έχει φανεί πως άτομα που υποφέρουν από την καταναλωτική μανία παρουσιάζουν σχεδόν όλα τα τυπικά συμπτώματα των εξαρτημένων από τις ουσίες ατόμων.
Όπως και με άλλους εθισμούς, ο εθισμός στις αγορές είναι ιδιαίτερα τελετουργικός και ακολουθεί ένα τυπικά εθιστικό μοτίβο σκέψεων για ψώνια, προγραμματισμένων εξόδων για ψώνια και η αγορά σαν πράξη περιγράφεται ως εκστατική ενώ προσφέρει ανακούφιση από αρνητικά συναισθήματα.
Η καταναλωτική μανία φαίνεται να σχετίζεται με υψηλά ποσοστά ψυχιατρικής συννοσηρότητας, συμπεριλαμβανομένων των διαταραχών διάθεσης και άγχους, καταθλιπτικών διαταραχών, διαταραχών χρήσης ουσιών, διατροφικών διαταραχών, διαταραχών ελέγχου ώθησης και διαταραχών προσωπικότητας.
Σε μια κοινωνία λοιπόν που επιτάσσει συνεχώς το «καταναλώνω, άρα υπάρχω», καλό θα ήταν να αποκτήσουμε μια πιο κριτική σκέψη, να μη γινόμαστε έρμαια των παρορμήσεών μας και αν νιώθουμε ότι δεν τα καταφέρνουμε, γιατί όχι; Να ζητήσουμε βοήθεια!
Ένας από τους σκοπούς του CSI Institute είναι η άμεση, έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση όλων των πολιτών. Πάντα κοντά σας για ενημέρωση και επαγρύπνηση.