Εγκλήματα, Κοινωνία

Όχι ο όρος “γυναικοκτονία” δεν ειναι νεολογισμός | Και ναι διορθώνει τα εγκλήματα

Η φεμινίστρια συγγραφέας Diana E. H. Russell ήταν η πρώτη που αναφέρθηκε στον όρο αυτό στη το 1976, ο οποίος διαδόθηκε στη συνέχεια στη σύγχρονη εποχή.

Η γυναικοκτονία  στην  πρώιμη εκδοχή του ορου περιγραφοταν ως “η δολοφονία γυναικών από άνδρες με κίνητρο το μίσος, την περιφρόνηση, την ευχαρίστηση ή την αίσθηση ιδιοκτησίας των γυναικών”.

Ο όρος γυναικοκτονια προτιμάται για να αποτυπώσει τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη ή οι κυβερνήσεις συχνά δεν ανταποκρίνονται στις δολοφονίες γυναικών.

Μια βασική ιδέα στην κοινωνιολογία είναι ότι το έγκλημα είναι κοινωνικά κατασκευασμένο, πράγμα που σημαίνει ότι το αν μια πράξη είναι εγκληματική ή όχι καθορίζεται από κοινωνικές διαδικασίες.

Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν πολλά πράγματα που δεν ήταν παράνομα στο παρελθόν, τα οποία είναι εγκληματικά και συνεπώς παράνομα τώρα.

Για παράδειγμα το 1991 ο βιασμός εντός γάμου έγινε παράνομος. Πριν από αυτό θεωρούνταν ότι οι άνδρες μπορούσαν να βιάσουν γυναίκες εντός του γάμου, επειδή η ένωση του γάμου ισοδυναμούσε με συναινετικό σεξ ανά πάσα στιγμή. Η παρανομία του βιασμού εντός του γάμου δεν επισημοποιήθηκε παρά μόνο με τον νόμο περί σεξουαλικών αδικημάτων του 2003.

Οι νόμοι σχετικά με το lockdown αποτελούν μια από τις καλύτερες απεικονίσεις της κοινωνικής κατασκευής του νομου.

Τέθηκαν σε ισχύ ξαφνικά την άνοιξη του 2020 και εξακολουθούν να βρίσκονται υπό συνεχή αναθεώρηση. Επιπλέον, υπάρχουν και τοπικά εφαρμοζόμενοι περιορισμοί, οπότε οι νόμοι διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή.

Ως εκ τούτου όχι ο όρος γυναικοκτονία δεν είναι νεολογισμός και ναι διορθώνει τα εγκλήματα με το να αλλάζει συνειδήσεις, κουλτούρες και νόμους.