Από την Ελένη Ατσάρου,
Ειδήσεις, νέα, καινούριες πληροφορίες και… ξανά ειδήσεις. Ήδη από την τρυφερή παιδική ηλικία μαθαίνουμε να λαμβάνουμε πληροφορίες, να τις αναλύουμε και να τις επεξεργαζόμαστε προκειμένου να μπορέσουμε να επιβιώσουμε και σταδιακά να μεγαλώσουμε. Να γίνουμε μεγάλα παιδιά, ενήλικες. Όμως αυτό δεν είναι καθολικός κανόνας καθώς υπάρχουν κάποιες πληροφορίες που δε χρειάζεται να εξεταστούν, να αναλυθούν προκειμένου να μπορέσει να αναδειχθεί η ορθότητά τους κι απλώς τις εφαρμόζουμε. Αυτές τις πληροφορίες τις δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα, τις εφαρμόζουμε και κάνουμε την καθημερινότητά μας ευκολότερη. Για να μπορέσουμε να αποφασίσουμε ποιες από τις πληροφορίες που λαμβάνουμε θα τις δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα είναι απαραίτητο να σκεφτούμε αρχικά αν μας είναι χρήσιμες και κατά δεύτερον αν είναι λογικές και εφαρμόσιμες.
Το διαδίκτυο σε αυτή την περίπτωση δεν αποτελεί εξαίρεση με αποτέλεσμα να είναι απαραίτητο το φιλτράρισμα των πληροφοριών που λαμβάνουμε. Όταν όμως έχουμε συνηθίσει στην αδιάκριτη λήψη και αποδοχή πληροφοριών που μπορεί να μη μας χρειάζονται και το χειρότερο κάποιες φορές ενδέχεται να είναι αναληθείς, τότε αρχίζει να δημιουργείται μια προβληματική νοοτροπία από την πλευρά των πολιτών. Μια νοοτροπία που τις ψευδείς ειδήσεις (fake news) τις βαφτίζει αληθινές και τις αποδέχεται.
Από αυτό προκύπτουν μερικά ακόμη προβλήματα όπως είναι η λανθασμένη ενημέρωση τόσο εμάς των ιδίων, όσο και των υπολοίπων ανθρώπων που βρίσκονται γύρω μας και τους πληροφορούμε, επίσης είναι η άγνοια για τους κινδύνους που υπάρχουν και συνεπώς για τους τρόπους που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ώστε να προστατευθούμε από αυτούς. Μια χώρα κάνει τη διαφορά καθώς αντιλαμβάνεται το τελευταίο κομμάτι του προβλήματος εντονότερα και για το λόγο αυτό προβαίνει στη δημιουργία ενός καινούριου εκπαιδευτικού συστήματος.
Είναι γνωστό σε όλους πως τα μικρά παιδιά είναι οι πιο απροστάτευτοι χρήστες του διαδικτύου καθώς για διάφορους λόγους οι ενήλικες τα αφήνουν εκτεθειμένα στους διαδικτυακούς κινδύνους. Αυτό δε σημαίνει πως το κάνουν από κακία, ούτε από άγνοια, δυστυχώς όμως υπάρχουν πολλοί γονείς τώρα πια που εργάζονται υπερβολικά πολλές ώρες προκειμένου να μπορέσουν να προσφέρουν στα παιδιά τους ότι καλύτερο. Το πρόβλημα είναι πως εξαιτίας των υπερβολικών εργατοωρών δεν έχουν αντοχές στη συνέχεια να προστατεύσουν τα παιδιά τους από τους διαδικτυακούς κινδύνους.
Στην περίπτωση της Φινλανδίας η αλλαγή που έχει αρχίσει να εφαρμόζεται είναι η αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος προκειμένου οι απροστάτευτοι χρήστες τους διαδικτύου να θέσουν από μόνοι τους μερικά όρια όσων αφορά τον τρόπο χρήσης του διαδικτύου. Για το λόγο αυτό ο στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα μάθημα που θα ενημερώνει κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς τους μαθητές για τους κινδύνους του διαδικτύου και θα τους βοηθάει να προστατευθούν από μόνοι τους, δίχως να στηρίζονται ολοκληρωτικά στους πολυάσχολους και εξαντλημένους από τη δουλειά γονείς τους. Πέραν αυτού όμως ένα σημαντικό πλεονέκτημα που υπάρχει είναι πως οι νεαροί πολίτες μπορούν να αρχίσουν να στηρίζονται στις δικές τους δυνάμεις και να ανεξαρτητοποιηθούν ως ένα βαθμό.
Για να είναι αποτελεσματική αυτή η προσπάθεια είναι απαραίτητη η εκδήλωση ενός πραγματικού ενδιαφέροντος από την πλευρά των μικρών παιδιών, αλλά και να μεριμνήσει το ίδιο το κράτος για τη δημιουργία ενός ενδιαφέροντος κύκλου μαθημάτων. Είναι απαραίτητο όμως να τονίζεται κατά τη διάρκεια αυτών των μαθημάτων πως από μόνοι μας μπορούμε να λύσουμε μόνο μερικά από τα προβλήματα και να αντιμετωπίσουμε μόνο μερικούς από τους κινδύνους που υπάρχουν εντός του διαδικτύου. Ο γονιός είναι αναντικατάστατος καθώς μπορεί να συμβουλεύει και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την προστασία του παιδιού του. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το καταλάβει τόσο το παιδί, όσο και ο ίδιος ο γονιός αφού τα μαθήματα μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να δημιουργήσουν μια πραγματική εικόνα για τα θετικά, αλλά και τα αρνητικά του διαδικτύου. Όμως εκείνος που θα μπορέσει να λάβει τα κατάλληλα μέτρα στην τελική και να προστατεύσει ένα μικρό παιδί είναι ο ίδιος ο γονιός.
Με πληροφορίες από The Guardian
Ονομάζομαι Κέλλυ Ιωάννου. Είμαι Υπ. Διδάκτωρ Ψηφιακής Εγκληματολογίας και Τrauma Coach. Ως Διευθύντρια του CSI Institute, υποστηρίζω θερμά το όραμα του Ινστιτούτου που προάγει εκπαιδευτικούς και κοινωφελείς σκοπούς όπως την πρόληψη και την αντιμετώπιση θεμάτων ασφαλείας στο διαδίκτυο. Διαθέτω κλινική εμπειρία στον τομέα του Hλεκτρονικού Τραύματος (εξαρτήσεις από διαδίκτυο/ διαδικτυακούς εκβιασμούς, εκφοβισμούς, παρενοχλήσεις κ.ο.κ) και είμαι ιδρύτρια του Traumahelp, του μοναδικού κέντρου στην Ελλάδα για τη θεραπεία και την αποκατάσταση του ηλεκτρονικού τραύματος.