Γράφει η Χριστιάνα Φουντουλάκη, εγκληματολόγος Ba, Msc
“Εντάξει μαμά, δεν έγινε και τίποτα”…
“Εντάξει παιδί μου, πρέπει να καταλάβεις πως αυτά τα πράγματα είναι μέρος της ζωής. Πρέπει να μάθεις να τα αντιμετωπίζεις και να ζεις με αυτά”…
“Εντάξει μωρέ, παιδιά είναι”…
To bullying (εκφοβισμός) είναι η πιο κοινή μορφή σχολικής βίας.
Το bullying λαμβάνει χώρα στο σχολείο, μετά το σχολείο ακόμα και στο Διαδίκτυο. Οι μορφές που μπορεί να πάρει ο εκφοβισμός είναι, η λεκτική κακοποίηση, η σχεσιακή επιθετικότητα, ο εκφοβισμός στο διαδίκτυο (cyberbullying), ο σεξουαλικός εκφοβισμός, ο ρατσισμός, τα παρατσούκλια και οι χαρακτηρισμοί καθώς επίσης και οι σωματικές πράξεις βίας, κλοπής ακόμα και καταστροφής αντικειμένων.
Σύμφωνα με έρευνα της UNESCO, σχεδόν ένας στους τρεις μαθητές δέχεται ή γίνεται αυτόπτης μάρτυρας bullying στον σχολικό του περίγυρο. Στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, ο πιο κοινός τύπος bullying είναι ο ψυχολογικός εκφοβισμός και σε άλλες περιοχές είναι ο φυσικός και σεξουαλικός εκφοβισμός. Περισσότεροι από ένας στους τρεις μαθητές έχουν εμπλακεί σε μια φυσική μάχη και σχεδόν ένας στους τρεις δέχονται σωματική επίθεση, τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.
Αν και η έκταση του διαδικτυακού εκφοβισμού (cyberbullying) είναι σχετικά χαμηλότερη σε σύγκριση με άλλες μορφές σχολικής βίας και εκφοβισμού, είναι ένα αυξανόμενο πρόβλημα καθώς επηρεάζει ένα στα δέκα παιδιά.
Δυστυχώς τα τελευταία χρόνια, όλο και περισσότερα περιστατικά καταλήγουν σε περιπτώσεις αυτοκτονίας (bullycide), κυρίως επειδή οι μαθητές δε μπορούν ή δε γνωρίζουν πως να διαχειριστούν τον εκφοβισμό που δέχονται. Έρευνα της Anti-Bullying Alliance (ABA) αναφέρει πως το 47% των θυμάτων ή μαρτύρων bullying δεν το αναφέρουν.
Γιατί οι μαθητές δεν αναφέρουν τον εκφοβισμό?
- Δε γνωρίζουν πού ή ακόμα κι αν πρέπει να αναφέρουν το bullying
Πολύ συχνά τα θύματα ή οι μάρτυρες δε γνωρίζουν πως και εάν υπάρχει κάποιος υπεύθυνος στον οποίο μπορούν να αναφέρουν τον εκφοβισμό. Συχνά, επίσης, εκδηλώνονται σε άτομα τα οποία δε μπορούν να τα βοηθήσουν στην πραγματικότητα, π.χ. φίλοι ή μέλος της οικογένειας. Τέλος, κυρίως οι μάρτυρες, μπορεί να θεωρήσουν πως ‘‘δεν είναι δική τους δουλειά’’ στο να εμπλακούν.
- Φοβούνται τις συνέπειες
Αρκετά παιδιά, για παράδειγμα, φοβούνται πως, εάν αναφέρουν το bullying στους αρμόδιους, τότε ο θύτης θα εξαγριωθεί, θα απειλήσει με αντίποινα και θα γίνει ακόμη πιο καταχρηστικός. Έτσι, τα θύματα είτε το κρατούν μυστικό είτε το αναφέρουν, με την προϋπόθεση πως ο θύτης να μην τιμωρηθεί.
- Θεωρούν τον bully φίλο τους
Παρόλο που η στερεοτυπική εικόνα του bully είναι ο ‘‘δυνατός’’ του σχολείου, στην πραγματικότητα, ωστόσο, τείνει να είναι πολύ πιο διακριτική φιγούρα, προερχόμενη ακόμα και από το στενό κύκλο του θύματος. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα κορίτσια, μεταξύ των οποίων η σχεσιακή επιθετικότητα είναι ιδιαίτερα κοινή. Όσο πιο στενή σχέση υπάρχει μεταξύ θύτη και θύματος, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να αναφέρει τον εκφοβισμό καθώς θεωρεί πως ‘‘ήταν μια πλάκα’’ . Επίσης το θύμα ελπίζει να διατηρήσει τη φιλία με το θύτη, παρά τα καταχρηστικά στοιχεία του.
- Αισθάνονται υπεύθυνοι για την κακοποίηση τους
Τα παιδιά που εκφοβίζονται συχνά νιώθουν σαν να «αξίζουν» την κακοποίηση. Επομένως, τα θύματα του εκφοβισμού συνήθως νιώθουν μεγάλη ντροπή και ενοχή για τη στοχοποίησή τους. Ως αποτέλεσμα, τα θύματα μπορεί να παραμείνουν σιωπηλά και να επιλέξουν να μην αναφέρουν τον εκφοβισμό.
- Αισθάνονται αδύναμα
Ο εκφοβισμός αφορά ουσιαστικά την εξουσία. Η επιθετικότητα – λεκτική, κοινωνική ή σωματική – επικεντρώνεται στο να κάνει το ένα άτομο να αισθάνεται λιγότερο ισχυρό από το άλλο. Επομένως, τα θύματα του εκφοβισμού τυπικά θεωρούν τους εαυτούς τους αδύναμους, σε σημείο να αμφισβητούν και το αν έχουν υποστεί πραγματικά εκφοβισμό. Η αδυναμία επίσης, τους κάνει να νιώθουν αμηχανία και ντροπή που έγιναν στόχος εκφοβισμού. Αυτή η αντίληψη τροφοδοτεί την αίσθηση ότι η αναφορά του εκφοβισμού θα ήταν άσκοπη.
- Έχουν την πεποίθηση ότι η καταγγελία δεν θα κάνει τη διαφορά
Τα θύματα του εκφοβισμού ισχυρίζονται συχνά ότι το να απευθυνθούν σε κάποιον θα ήταν «άχρηστο». Αυτό φαίνεται να ισχύει ιδιαίτερα σε σχολεία ή οικογένειες όπου οι καταγγελίες εκφοβισμού οδηγούν σε ελάχιστη ή καθόλου ενεργή παρέμβαση. Όσο μεγαλώνουν τα παιδιά, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να πιστεύουν ότι οι ενήλικες μπορούν να τα βοηθήσουν. Αυτό μπορεί να συμβεί επειδή έχουν παρατηρήσει ότι οι καταγγελίες εκφοβισμού απορρίπτονται από καθηγητές, διαχειριστές ή / και γονείς επανειλημμένα. Συχνά, οι μαθητές γίνονται ‘‘τιμωροί’’ της αδιαφορίας των αρμοδίων και θεωρούν πως πρέπει να διαχειριστούν την κατάσταση μόνοι τους. Αυτή η διαχείριση, τις περισσότερες φορές, σημαίνει σιωπή.
- Θεωρούν πως ‘‘δεν έγινε και κάτι’’
Οι μαθητές δυσκολεύονται να ταυτίσουν το cyberbullying με περιστατικά τα οποία περιλαμβάνουν τραυματισμό, φυσικές απειλές ή επαφή και καταστροφή περιουσίας. Ο υποβιβασμός της σημαντικότητας του εκφοβισμού συμβαίνει βέβαια και στα φυσικά παραστατικά. Συχνά, αυτή η αντίληψη προέρχεται και από τον πατροπαράδοτο εφησυχασμό των ενηλίκων πως από τη μια «τα παιδιά μπορούν να γίνουν σκληρά» και από την άλλη πως «αυτά τα πράγματα είναι μέρος της ζωής. Πρέπει να μάθεις να τα αντιμετωπίζεις, να ζεις με αυτά και να κρατάς ψηλά το κεφάλι»…
- Θεωρούν πως ‘‘αυτό είναι τίμημα της διαδικτυακής παρουσίας’’
Το Διαδίκτυο είναι ο χώρος όπου οι νέοι οικοδομούν φιλίες και ρομαντισμούς, δοκιμάζουν διαφορετικές ταυτότητες, διεκδικούν την αυτονομία τους, αναζητούν τα είδη των εμπειριών που χτίζουν καθώς τους επιτρέπουν να αισθάνονται πιο ενήλικες. Σε περίπτωση που καταγγείλουν μια κατάσταση θα θεωρηθούν ‘‘προδότες’’ και θα κλονιστεί το κοινωνικό προφίλ τους.
- Δε θέλουν να τους αφαιρεθούν οι ψηφιακές τους συσκευές
Τα θύματα του cyberbullying γνωρίζουν πως μια άμεση αντίδραση των αρμόδιων είναι να τους απομακρύνουν από τα κοινωνικά δίκτυα και να τους περιορίσουν την προσβασιμότητα στο Διαδίκτυο. Οι φορητές συσκευές ενσωματώνονται βαθιά και πιο πολύ από ποτέ στον κοινωνικό ιστό της ζωής των νέων. Μια έρευνα έχει δείξει, πως το 46% των μαθητών αποκάλυψε ότι ήταν εξαρτημένοι και εθισμένοι στις συσκευές τους (τηλέφωνα, tablet, υπολογιστές).
Γιατί δεν είπες σε κανέναν για τον εκφοβισμό – Ηνωμένο Βασίλειο, 2019?
Πηγή: www.statista.gr
Ονομάζομαι Ιωάννα Σκλιάμη, είμαι πτυχιούχος του Τμήματος Θεολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Είμαι απόφοιτη του τμήματος Ψυχολογίας του Μητροπολιτικού Κολλεγίου και μεταπτυχιακή φοιτήτρια (MSc) εγκληματολογίας στο University of Nicosia. Είμαι κάτοχος εξειδικευμένων προγραμμάτων πάνω στην Εγκληματολογία, Ανακριτική και Δικαστική Ψυχολογία. Συνεργάζομαι με το CSI Institute, συμμετέχοντας στην συγγραφή άρθρων, βοηθώντας σε διάφορες δράσεις κατακτώντας, παράλληλα, και μια θέση στο Hr του Ινστιτούτου.