Κάθε χρόνο, χιλιάδες παιδιά, έχοντας ολοκληρώσει τη Γ’ Λυκείου καλούνται να επιλέξουν την επαγγελματική τους ταυτότητα. Ποιο δηλαδή είναι το επάγγελμα που επιθυμούν να ακολουθήσουν. Για τα παιδιά που έχουν συμμετάσχει στις Πανελλαδικές Εξετάσεις, η επιλογή αυτή γίνεται βάσει των πεδίων και κυρίως των μορίων, που έχουν συγκεντρώσει. Εάν ανήκεις για παράδειγμα, στο 1ο Επιστημονικό Πεδίο (Ανθρωπιστικών Σπουδών), την παλιά θεωρητική κατεύθυνση για τους πιο παλιούς, θα πρέπει να επικεντρωθείς σε αυτές τις σχολές που σου επιτρέπει το σύστημα να δηλώσεις. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση, που στα 17 σου έτη, αντιλαμβάνεσαι ότι ποτέ δεν σου άρεσαν οι σχολές αυτού του πεδίου και μάλλον το επέλεξες, πιστεύοντας ότι σε αυτά τα μαθήματα είσαι καλύτερος/καλύτερη;
Το παραπάνω παράδειγμα δεν αποτελεί εξαίρεση. Πολλά παιδιά επιλέγουν την κατεύθυνσή τους ανάλογα με τα μαθήματα και όχι με τα ενδιαφέροντα ή την επιθυμία τους για επαγγελματική σταδιοδρομία. Άλλα παιδιά –και δυστυχώς φέτος, πρόκειται για ένα αξιοσημείωτο ποσοστό- μην έχοντας συμπληρώσει τα απαιτούμενα μόρια για τις επαγγελματικές τους επιλογές, προχωρούν απλώς, σε μία άτακτη αρίθμηση σχολών, με σκοπό να έχουν «τα προνόμια» του φοιτητή. Σχολές που ουσιαστικά δεν τους ενδιαφέρουν και μην έχοντας αναζητήσει τα επαγγελματικά τους δικαιώματα σε αυτές. Με λίγα λόγια τι βγαίνεις και που μπορείς να εργαστείς.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, θα πρέπει να συμπεριληφθούν και όλα εκείνα τα παιδιά, που προχωρούν σε ένα «καθοδηγούμενο» μηχανογραφικό, με τους γονείς και τους καθηγητές να τους επισημαίνουν την «άγνοιά» τους, εξαιτίας της ηλικίας τους. Δεν πρέπει όμως να παραλείψουμε και αυτά τα παιδιά, που είδαν την αξία τους να κριτικάρεται, με γνώμονα το βαθμό τους στις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Παιδιά που ξαφνικά δέχθηκαν μία σωρεία αρνητικών σκέψεων και συμπεριφορών, μιας και από πολλά υποσχόμενος/η νεαρός/νεαρά «μετεξελίχτηκε» σε ένα παιδί που δεν προσπάθησε, ένα κακό και τεμπέλη μαθητή.
Αλήθεια, πώς μετριέται η αξία ενός μαθητή; Πως ένα παιδί μπορεί να πάρει τόσο κρίσιμες αποφάσεις για τη μελλοντική του ζωή, όταν δεν έχει την κατάλληλη γνώση; Ποιος ο ρόλος του γονέα σε αυτό; Και τέλος, μήπως ο θεσμός των Πανελληνίων θα πρέπει να αναθεωρηθεί;
Επιλέγοντας την κατάλληλη σχολή
Η διαμόρφωση της επαγγελματικής ταυτότητας δεν είναι κάτι εύκολο. Πρόκειται για μία διά βίου διαδικασία, η οποία πραγματοποιείται μέσα από μία σειρά σταδίων και επιλογών. Καθοριστικό βήμα σε αυτή τη διαδικασία αποτελεί η επιλογή κατεύθυνσης. Μία απόφαση που προκαθορίζει σε μεγάλο βαθμό, τις επαγγελματικές του επιλογές. Με αυτή την έννοια, η απόφαση θα πρέπει να λαμβάνεται με την ανάλογη σοβαρότητα και υπευθυνότητα και όχι μόνο βάσει των μαθημάτων του κάθε πεδίου.
Προφανώς και οι επιδόσεις, οι κλίσεις κάποιου στα θεωρητικά ή θετικά μαθήματα διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο σε αυτή την επιλογή. Δεν είναι όμως, μόνο αυτό. Ο κάθε μαθητής θα ήταν χρήσιμο να εξετάσει πρωτίστως τις επαγγελματικές προοπτικές που του προσφέρονται στη συγκεκριμένη κατεύθυνση, τη θέληση, τις επιθυμίες και τις δυνάμεις του, αλλά και τα οικογενειακά, οικονομικά και εκπαιδευτικά δεδομένα. Μην ξεχνάμε άλλωστε, ότι οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες επηρεάζουν και διαμορφώνουν την αγορά εργασίας, όπως και τις ευκαιρίες κοινωνικής ανέλιξης που προκύπτουν.
Στην πραγματικότητα, το βασικό ερώτημα που καλείται να απαντήσει ο μαθητής της Β’ Λυκείου, ένα παιδί ηλικίας 16 ετών, είναι «πως φαντάζεται τον εαυτό του/της, ύστερα από δέκα ή είκοσι χρόνια». Ένα ερώτημα που απασχολεί την ελληνική οικογένεια, ήδη από τα πρώτα έτη φοίτησης των γυμνασιακών τάξεων, με το γονέα να ξεκινά την προετοιμασία του παιδιού, εγγράφοντάς το σε όλα σχεδόν τα μαθήματα στην ιδιωτική, άτυπη εκπαίδευση (φροντιστήριο). Πολλές φορές δε, είναι οι ίδιοι οι γονείς που έχουν προαποφασίσει για την επαγγελματική σταδιοδρομία των παιδιών τους –γιατί αυτοί ξέρουν-με αποτέλεσμα το παιδί να συμμετέχει άβουλα σε μία ιδιαίτερα ψυχοφθόρα διαδικασία, στην οποία θεωρεί ότι κρίνονται πολλά περισσότερα από το μελλοντικό του επάγγελμα.
Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να αναρωτηθούμε για δύο πράγματα. Πρώτον, εάν το παιδί είναι όντως ευτυχισμένο και δεύτερον, ποιες είναι οι επιπτώσεις αυτής της συναισθηματικής και πνευματικής φόρτισης στη ψυχοσυναισθηματική του υγεία. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις μαθητών, όπου κατά τις δύο τελευταίες τάξεις των λυκείων, παρουσίασαν διατροφικές διαταραχές, κρίσεις πανικού, αγοραφοβία, καταθλιπτικά συμπτώματα, ακόμα και αυτοκτονικές τάσεις.
Εστιάζοντας εκ νέου στο ζήτημα της επαγγελματικής σταδιοδρομίας, η επιλογή μίας σχολής μπορεί να στηριχθεί σε κάποια βασικά κριτήρια. Είναι σημαντικό, ο μαθητής να έχει αντιληφθεί τις κλίσεις, τις αξίες, τις προσωπικές φιλοδοξίες και τα ενδιαφέροντά του. Παράγοντες που «συνθέτουν» την αυτογνωσία, την αυτοεικόνα του και επηρεάζουν άμεσα τη φοίτηση, όπως και τις επιδόσεις του. Είναι λογικό, ένας μαθητής να βρίσκεται σε σύγχυση, να είναι μπερδεμένος ή να μην μπορεί να απαντήσει με σαφήνεια για τον εαυτό του. Σε αυτή την περίπτωση θα ήταν χρήσιμο, να του χορηγηθεί κάποιο ψυχομετρικό εργαλείο, τεστ επαγγελματικού προσανατολισμού, που του παρέχεται κατά τη συμβουλευτική διαδικασία, προκειμένου να τον βοηθήσει να γνωρίσει τον εαυτό του, αλλά και τα επαγγελματικά του ενδιαφέροντα. Μάλιστα, υπάρχει ένας αξιόλογος αριθμός τεστ που παρέχονται δωρεάν στο διαδίκτυο, τα οποία μπορεί να συμπληρώσει ο μαθητής και τα οποία εκδίδουν αποτελέσματα προτείνοντας Σχολές & Τμήματα των ΑΕΙ. Προσοχή όμως, τα τεστ αυτά δεν είναι πανάκεια. Λειτουργούν συμπληρωματικά, εξαιτίας ακριβώς της πολυδιάστατης φύσης αυτής της απόφασης.
Οι μαθητές θα πρέπει επίσης, να αναζητήσουν και να διαβάσουν αρκετά προσεκτικά τα Προγράμματα Σπουδών των σχολών που τους ενδιαφέρουν. Στα Προγράμματα Σπουδών έχουν τη δυνατότητα να πληροφορηθούν αναφορικά με τα διδασκόμενα μαθήματα, τη διάρκεια σπουδών, το γνωστικό αντικείμενο της σχολής και τις κατευθύνσεις/ειδικεύσεις που προσφέρει, τη δυνατότητα παρακολούθησης σεμιναρίων ή πρακτικής άσκησης και γενικότερα το σκοπό του τμήματος και τα εργασιακά δικαιώματα ενός απόφοιτου.
Οι προσωπικές φιλοδοξίες και η γεωγραφική περιοχή, είναι δύο εξίσου καθοριστικοί παράγοντες στη λήψη αυτής της απόφασης. Υπάρχουν παιδιά που επιθυμούν τον τίτλο, το κύρος που τους προσδίδει ένα συγκεκριμένο επάγγελμα –π.χ. «Θέλω να γίνω γιατρός», «Θέλω να γίνω δικηγόρος». Επαγγέλματα που τις περισσότερες φορές, αποτελούν τα «ταβάνια» της κατεύθυνσης και προσφέρουν τη δυνατότητα κοινωνικής ανέλιξης. Μία επιλογή που δεν πρέπει να εξετάζεται μεμονωμένα από το κοινωνικό γίγνεσθαι, μιας και είναι οι κυριάρχουσες κοινωνικές αντιλήψεις που τους «ωθούν» σε αυτές τις επιλογές. Άλλα παιδιά, είναι πιο ρομαντικά. Διαλέγουν τη σχολή τους με γνώμονα όχι το οικονομικό όφελος, αλλά ανώτερα, ρομαντικά ιδεώδη, όπως είναι η δυνατότητα να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο, να σώζουν ζωές και να συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος.
Δεν πρέπει βέβαια να παραλείπεται ο παράγοντας της πόλης. Δεν είναι μόνο οι μαθητές που εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους για ορισμένες πόλεις, ανάλογα με το αν έχει ή δεν έχει φοιτητική ζωή ή αν είναι πολύ μακριά από τους φίλους τους. Τα οικονομικά δεδομένα της οικογένειας λειτουργούν αποφασιστικά, αφού μπορεί μία οικογένεια να αδυνατεί να ανταποκριθεί σε αυτές τις νέες συνθήκες, ενώ το εκκαθαριστικό της να μην προσφέρει τη δυνατότητα διαμονής σε κάποια εστία.
Γιατί είναι τόσο σημαντική η σωστή επιλογή επαγγέλματος για το άτομο;
Η σημασία της εργασίας στη ζωή ενός ατόμου είναι κάτι που επισημαίνεται από το σύνολο της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας. Η εργασία δεν εξασφαλίζει μόνο τα προς το ζην στο άτομο. Είναι εκείνος ο θεσμός που μας προσδίδει έναν επιπλέον κοινωνικό ρόλο, την επαγγελματική μας ταυτότητα, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη θέση του ατόμου εντός της κοινωνίας. Η εργασία, συνιστά ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου, που διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό την κοινωνική του ταυτότητα και συμβάλλει στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, στην πνευματική του ευεξία και στη ψυχοσυναισθηματική και σωματική του υγεία.
Η αποτελεσματικότητα της εργασίας και δη η ψυχοσυναισθηματική υγεία ενός εργαζόμενου, εξαρτάται σημαντικά από το αν μας εκφράζει η θέση αυτή ή αν μας είναι αδιάφορη. Είναι ικανοποιημένος από το εργασιακό περιβάλλον και το αντικείμενο εργασίας; Εάν ναι, είναι σίγουρο ότι η απόδοση του εργαζόμενου είναι προφανώς σε υψηλά επίπεδα, εξαιτίας της εργασιακής ικανοποίησης που νιώθει, γεγονός που φαίνεται και στην προσωπική του ζωή. Αν αντίθετα, ένας εργαζόμενος νιώθει δυσαρεστημένος, είναι σίγουρο ότι βιώνει έντονο άγχος και άλλα αρνητικά συναισθήματα, τα οποία έχουν αντίκτυπο στις σχέσεις του με τους συναδέλφους τους, όπως και στις προσωπικές του σχέσεις.
Αυτό ακριβώς το νόημα έχει ο σωστός επαγγελματικός προσανατολισμός. Να βοηθήσει το παιδί να αποκτήσει αυτογνωσία και αυτοπεποίθηση, ώστε να είναι σε θέση να επιλέξει το σωστό επάγγελμα για το ίδιο και όχι για τους γονείς ή τους καθηγητές του. Είναι κάτι δύσκολο; Φυσικά και όχι. Χρειάζεται όπως έχει ήδη ειπωθεί, προσοχή, μελέτη και κατανόηση του εαυτού του, κυρίως το τελευταίο γιατί είναι ο ίδιος που καλείται να ασκήσει αυτό το επάγγελμα, σε ένα ιδιαίτερα απαιτητικό και ανταγωνιστικό εργασιακό περιβάλλον.
Το άτομο δεν μπορεί να αλλάξει ποτέ επάγγελμα; Φυσικά και μπορεί! Έρευνες έχουν δείξει ότι πολλοί άνθρωποι ηλικίας 35-50 ετών, έχουν αλλάξει τον επαγγελματικό τους προσανατολισμό. Τι άλλαξε; Υπάρχουν πολλές απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα. Είναι πιθανό για παράδειγμα, το επάγγελμα αυτό να μην τους ικανοποιούσε, το οποίο το αντιλήφθηκαν στην πράξη-δουλεύοντας δηλαδή σε αυτό τον τομέα. Μπορεί να επήλθε κορεσμός του επαγγέλματος ή να άλλαξαν οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, γεγονός που τους οδήγησε εκ νέου στην επανακατάρτιση σε ένα άλλο επιστημονικό πεδίο, για να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις νέες προκλήσεις.
Για αυτό άλλωστε, είναι αναγκαία η σωστή ενημέρωση των παιδιών. Δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα παιδιά σαν ανίκανα, άβουλα όντα. Η επιλογή του επαγγέλματος είναι κάτι που τους αφορά. Ο ρόλος των γονέων, όπως και του σχολείου είναι να βοηθήσουν τα παιδιά να αναπτύξουν τις ικανότητες και τις δεξιότητές τους και να τα ενημερώσουν για τις επαγγελματικές επιλογές που έχουν.
Καθοριστικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία έχουν οι γονείς. Οι γονείς χρειάζεται να είναι υποστηρικτικοί και ενθαρρυντικοί απέναντι στα παιδιά τους, προκειμένου τα παιδιά να αισθανθούν ελεύθερα και ικανά να εκφράσουν τις επιθυμίες και τις δεξιότητές τους, αποκτώντας με αυτό τον τρόπο αυτογνωσία και αυτοεκτίμηση. Με λίγα λόγια ο ρόλος τους είναι καθοδηγητικός και όχι εκείνος της αυθεντίας. Δεν ξεχνάμε ότι επιλέγουν τα παιδιά και όχι εμείς.
Όσον αφορά τώρα το σχολείο, είναι ζωτικής σημασίας να υπάρξει εκσυγχρονισμός και αναβάθμιση του σχολικού επαγγελματικού προσανατολισμού. Στο σύγχρονο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, δεν νοείται ο θεσμός της συμβουλευτικής και του επαγγελματικού προσανατολισμού, να παραμένει αθέατος, περιορισμένος ως μία θεματική στα εργαστήρια δεξιοτήτων. Το σχολείο είναι ο αρμόδιος φορέας, βασικός φορέας κοινωνικοποίησης στη ζωή του ατόμου, που θα πρέπει να συμβάλλει στην ανάπτυξη και στην απόκτηση των απαραίτητων δεξιοτήτων και ικανοτήτων, καθιστώντας τα άτομα ικανά να λαμβάνουν κρίσιμες αποφάσεις, αλλά και να ενταχθούν στην κοινωνία. Δημιουργεί και προετοιμάζει τους αυριανούς πολίτες, με ότι αυτό σημαίνει για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Λίγα λόγια για το τέλος…
Με βάση τα παραπάνω, γίνεται κατανοητό ότι η επιλογή του επαγγέλματος δεν είναι μία απλή και εύκολη υπόθεση. Οι μαθητές της Γ’ Λυκείου μοιάζουν να βρίσκονται σε ένα σταυροδρόμι. Ίσως το πρώτο και σοβαρότερο σταυροδρόμι στη ζωή τους –αν εξαιρέσουμε την επιλογή κατεύθυνσης στην Β’ Λυκείου.
Σε αυτή τη διαδικασία απαιτείται εξαιρετική προσοχή από το οικείο και οικογενειακό περιβάλλον, μιας και θα πρέπει να περιοριστούν σε ένα καθοδηγητικό, συμβουλευτικό ρόλο. Είναι τα παιδιά εκείνα που καλούνται να αποφασίσουν για το μέλλον τους και όχι οι γονείς. Προφανώς και οι διάφοροι κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες είναι καθοριστικής σημασίας, αλλά επιλογές υπάρχουν. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει οι γονείς και οι δάσκαλοι να προβάλλουν προσωπικές τους φιλοδοξίες και απωθημένα. Βοηθάμε και ενθαρρύνουμε τα παιδιά. Δεν τα αντιμετωπίζουμε ως παθητικούς δέκτες.
Τέλος, είναι σημαντικό να θυμόμαστε όλοι ότι στις Πανελλήνιες δεν κρίνεται η αξία του παιδιού ή το κύρος της οικογένειας. Υπάρχουν παιδιά που δεν αντέχουν ακριβώς αυτή την πίεση και εγκαταλείπουν ή εκδηλώνουν διάφορες ψυχοσυναισθηματικές διαταραχές. Μιλάμε με το παιδί μας και το συμβουλεύομε. Το προετοιμάζουμε, όπως προετοιμαζόμαστε και εμείς, για τα διάφορα εμπόδια που θα συναντήσει.
Ονομάζομαι Μουζάκη Μαρία και είμαι απόφοιτη του τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Έχω ολοκληρώσει μεταπτυχιακές σπουδές στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και είμαι υποψήφια διδάκτορας του τμήματος. Εργάζομαι ως σύμβουλος ψυχικής υγείας, καθώς και ως εκπαιδεύτρια σε προγράμματα επιμόρφωσης.