Διαδίκτυο, Εγκλήματα, Κοινωνία

Η οπαδική βία και ο υποκινητικός ρόλος του διαδικτύου

Γράφει η Αντιγόνη Κολιού

Το φαινόμενο της οπαδικής βίας είναι δυστυχώς πιο επίκαιρο από ποτέ και στην πορεία των χρόνων, λαμβάνει ολοένα και πιο ανησυχητικές διαστάσεις.  Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος ολόκληρης της κοινωνίας, είναι η πρόσφατη δολοφονική πράξη εις βάρος ενός φιλάθλου μιας ποδοσφαιρικής ομάδας και αυτό διότι πρόκειται για ένα βίαιο έγκλημα, το οποίο υποκρύπτεται κάτω από το «πέπλο» του οπαδισμού και του αθλητισμού.

Η βιαιότητα, που εκδηλώνεται στα πλαίσια του αθλητισμού και πιο συγκεκριμένα στο άθλημα του ποδοσφαίρου, οφείλεται στη γενικότερη αύξηση της κοινωνικής εγκληματικότητας, στην οποία συχνά συμβάλλει και το διαδίκτυο. Το αθλητικό ιδεώδες, αντικαθίσταται ολοένα και περισσότερο, από τον στόχο της κυριαρχίας και  την δόξα που προσδίδουν μια επιφανειακή, προσωρινή ικανοποίηση στους φανατισμένους οπαδούς. Η έλλειψη παιδείας, η απουσία ενσυναίσθησης, ομαδικότητας και ευγενούς άμιλλας, οδηγούν στον στείρο φανατισμό, τη θρασύτητα και την επιθετική και βίαιη έκφραση συναισθημάτων. Πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό και «βαθιά» κοινωνικό φαινόμενο με επιβλαβείς συνέπειες για το κοινωνικό σύνολο, με τη δημιουργία κοινωνικών ανισοτήτων, περιθωριοποίησης και απειλή της ίδιας της ζωής. 

Οι καθ’ ομολογίαν δράστες της πρόσφατης φονικής επίθεσης, συνομιλούσαν σε διαδικτυακά μέσα για αρκετό χρονικό διάστημα, προετοιμάζοντας με αυτόν τον τρόπο τη φονική επίθεση. Τα social media, συμβάλλουν πολλές φορές στην έξαρση της οπαδικής βίας, καθώς αποτελούν «πεδίο» διακανονισμού και υποκίνησης των βίαιων εκδηλώσεων προς οπαδούς αντίπαλης ομάδας.

Το διαδίκτυο αποτελεί συχνά τον χώρο «γέννησης» και πρόκλησης επιθετικών συμπεριφορών καθώς προσφέρει τη δυνατότητα ελεύθερης  έκφρασης συναισθημάτων μέσω δημόσιων ή ιδιωτικών συνομιλιών, με προώθηση επιθετικών και απειλητικών μηνυμάτων εναντίον αντίπαλων οπαδών και πρόσκληση για «εκδικητικές» συναντήσεις με κίνδυνο της ζωής τους. Στα social media κυριαρχούν εμπρηστικές και προκλητικές δηλώσεις και αναρτήσεις με στόχο την υποστήριξη ή υποβάθμιση του «αντιπάλου», με συνέπεια την ένταση και διόγκωση εχθρικών συναισθημάτων και καλλιέργειας του ανταγωνισμού και του μίσους. 

Συχνά, οι νεότεροι ηλικιακά χρήστες, εμπλέκονται σε ακραίες λεκτικές επιθέσεις και αντιπαραθέσεις, επιδιώκοντας τη συναισθηματική «εκτόνωση», και αυτό διότι δεν διαθέτουν ιδιαίτερα αναπτυγμένες επικοινωνιακές δεξιότητες ή διακατέχονται από συναισθηματικές ή ψυχικές διαταραχές, οι οποίες δεν έχουν επουλωθεί και στη διάρκεια των χρόνων εκδηλώνονται με αρνητικές συνέπειες τόσο στην κοινωνική όσο και στη διαδικτυακή τους παρουσία.  Αυτές οι ψυχολογικές και συναισθηματικές συνθήκες ωθούν τα ανήλικα και ενήλικα άτομα σε παραβατικές και κακοποιητικές τάσεις και στο διαδίκτυο και την πραγματική καθημερινή τους ζωή. 

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι αναμφίβολα ο πλέον κυρίαρχος χώρος εξωτερίκευσης και εκτόνωσης των καταπιεσμένων συναισθημάτων, όπως  θυμού και άλλων βίαιων ενστίκτων, καθώς εκφράζονται «αφιλτράριστα» δίχως περιορισμούς. Οι φανατισμένοι οπαδοί ή αλλιώς οι αποκαλούμενοι «χούλιγκανς» λειτουργούν ως ένα κλειστό οργανωμένο κύκλωμα, με «δίψα» για κυριαρχία, εκδίκηση και επίδειξη δύναμης έναντι άλλων φιλάθλων.

Το διαδίκτυο παρέχει σε αυτές τις ομάδες δυνατότητα προετοιμασίας και προσηλυτισμού ατόμων με σκοπό την «έκρηξη» βίας στη μελλοντική τους συνάντηση. Το «κάλεσμα»  των οπαδών μέσω TikTok, Facebook, Instagram, είναι πλέον συνηθισμένο φαινόμενο που απαιτεί την προσοχή όλων για την προστασία, την κοινωνική ασφάλεια και την αποφυγή εγκληματικών πράξεων. 

Η πρόσμιξη των ιδεολογιών και η συγκέντρωση πολλών φανατικών και ακραίων προσωπικοτήτων, ωθεί στην «ωμή» επιθετικότητα και εγκληματικότητα. Οι πρωταγωνιστές της οπαδικής βίας, οι γνωστοί «χούλιγκανς» , έχουν εξελιχθεί στα πλαίσια βίαιου εξτρεμισμού, και δρουν οργανωμένα εντός και εκτός γηπέδων. Συγκεκριμένα, αναπτύσσονται δυναμικά στο «γήπεδο του διαδικτύου» όπου εύκολα στρατολογούν και κινητοποιούν νέα μέλη για την επόμενη βίαιη επίθεσή τους. Τα social media συμβάλλουν στην ευκολότερη επικοινωνία και διασύνδεσή τους εντός και εκτός της χώρας. Η ένταξη τους στην οργάνωση, προσδίδει την αίσθηση του «ανήκειν» κάτι που είναι αναγκαίο για την ισχυροποίησή τους και την αίσθηση της κυριαρχίας επί του συνόλου. Πρόκειται για τη κουλτούρα της «υπεροχής» που συντελεί στην εγκληματικότητα.  Η πολιτική και κοινωνική κατάσταση που προωθούν τις ανισότητες, η αθλητική κουλτούρα  που προωθεί τον ανταγωνισμό σε συνδυασμό με την τεχνολογία, διευκολύνουν τον συντονισμό και την ατέρμονη δράση τους.

Συμπερασματικά, η οπαδική βία βρίσκεται στο επίκεντρο του κοινωνικού ενδιαφέροντος  έπειτα από ένα συνταρακτικό εγκληματικό γεγονός. Ο αθλητισμός ταυτίζεται με την έννοια της ομαδικότητας, του συναγωνισμού και τις αξίες της ηθικής και του σεβασμού και δε θα πρέπει να συνδέεται με τη βία και τις εγκληματικές διαθέσεις του «χουλιγκανισμού».  Οι νέες κοινωνικές συνθήκες, οι τεχνολογικές εξελίξεις,  η αδυναμία κοινωνικοποίησης με τη ταυτόχρονη «συμπόρευση» με μια σειρά συναισθηματικών και ψυχικών διαταραχών, οδηγούν στη βία.  

Η εκδήλωση τέτοιων συμπεριφορών είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, όπως είναι και οι νομοθετικές δυσλειτουργίες και ο τρόπος αντιμετώπισης της εγκληματικότητας από την πλευρά της Δικαιοσύνης και των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας. Το διαδίκτυο από την άλλη, επιτρέπει τον εύκολο προσηλυτισμό, την πόλωση και την στρατολόγηση σε πρότυπα βίας. Η άμεση διαχείριση ψυχικών διαταραχών με την κατάλληλη υποστήριξη, η υγιής κοινωνικοποίηση των νέων καθώς και η διαδικτυακή επιμόρφωση με στόχο την υπεύθυνη χρήση των εφαρμογών και της ψηφιακής αλληλεπίδρασης, είναι προαπαιτούμενα κριτήρια για τη καταπολέμηση και εξάλειψη της βίας, της παραβατικότητας και του εγκλήματος.