Ανθρώπινες Σχέσεις, Γονείς, Εγκλήματα, Παιδιά, Ψυχική υγεία

Η εικόνα των εξαφανίσεων στην Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο – πόση σημασία έχει η πρόληψη;

Γράφει η  Πωλίνα Ζέρβα, Ψυχολόγος

Οι εξαφανίσεις και οι απαγωγές παιδιών αποτελούν ένα φαινόμενο που έχει απασχολήσει και θα πρέπει να απασχολεί την κοινωνία συνολικά. Εάν ρωτήσουμε τους γονείς όπου τα παιδιά τους έχουν εξαφανιστεί ή χαθεί, εάν μπορούσαν να γυρίσουν το χρόνο πίσω τι διαφορετικό θα έκαναν, πολλοί ίσως απαντούσαν ότι θα προσπαθούσαν να είχαν ενημερώσει τα παιδιά τους προκειμένου να ήταν προετοιμασμένα για το τι πρέπει να κάνουν σε μια τέτοια περίπτωση.

Παρότι όλοι αναγνωρίζουμε τον κίνδυνο, ίσως θεωρούμε ότι δε θα συμβεί σε εμάς ή ότι πρόκειται για κάτι πολύ μακριά από μας. Είναι όμως πράγματι έτσι;

Είναι πολύ σημαντικό να εξετάσουμε τα στατιστικά στοιχεία προκειμένου να έχουμε μια εικόνα για το μέγεθος και την επικινδυνότητα του φαινομένου αυτού καθώς επίσης και τη σημασία της πρόληψης προκειμένου να αποφευχθούν στο μέλλον τέτοια περιστατικά ή να μειωθούν κατά το μέγιστο δυνατό.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, κατά το έτος 2020 στην Ελλάδα, σημειώθηκαν 50 εξαφανίσεις ενηλίκων και 101 εξαφανίσεις ανηλίκων.

Αναφορικά με τις εξαφανίσεις ενηλίκων, από το σύνολο των 50 ατόμων, οι 32 ήταν άνδρες και οι 18 γυναίκες. Ηλικιακά, 21 άτομα ενέπιπταν στην ηλικιακή κατηγορία «18 έως 30 ετών», 20 άτομα στην ηλικιακή κατηγορία «31 έως 50 ετών» και 9 άτομα στην ηλικιακή κατηγορία «51 έως 65 ετών». Ως προς την εθνικότητα, 37 άτομα ήταν Έλληνες ενώ 13 άτομα ήταν άλλης καταγωγής. Από αυτά περιστατικά, τα 41 άτομα βρέθηκαν ενώ τα 8 αναζητούνται ακόμα. Μάλιστα, 10 από τις περιπτώσεις φαίνεται να έχουν αναζητηθεί και στο παρελθόν κατά την τελευταία 10ετία.

Ας περάσουμε τώρα στην εξαφανίσεις ανηλίκων, που αποτελούν το μεγαλύτερο εφιάλτη κάθε γονέα. Όπως προαναφέρθηκε, οι εξαφανίσεις ανηλίκων κατά το έτος 2020 στην Ελλάδα ανέρχονταν σε 101. Μπορεί το νούμερο αυτό, συγκριτικά με τα αυτά που εκθέτουν σε άλλες χώρες να φαίνεται μικρό, όμως δεν παύει να υπάρχει.

Από το σύνολο των εξαφανίσεων των ανηλίκων, οι 64 αποτελούσαν φυγές, 26 αποτελούσαν ανησυχητικές εξαφανίσεις, 10 γονικές αρπαγές και 1 εξαφάνιση ασυνόδευτου ανήλικου. Από τις περιπτώσεις αυτές, 61 αφορούσαν Έλληνες ενώ 24 αφορούσαν πρόσφυγες/ μετανάστες. Στις περιπτώσεις των προσφύγων/ μεταναστών, από τις 24 περιπτώσεις, οι 15 αφορούσαν σε ανησυχητικές εξαφανίσεις, 8 αφορούσαν σε φυγές και υπήρξε 1 εξαφάνιση ασυνόδευτου ανηλίκου. Ως προς την ηλικία, τα στοιχεία είναι διαμορφωμένα ως εξής: 13 παιδιά ενέπιπταν στην ηλικιακή κατηγορία «0 έως 6 ετών», 16 στην ηλικιακή κατηγορία «7-12 ετών» και 72 στην ηλικιακή κατηγορία «13 έως 18 ετών». Από τα παιδιά αυτά, 27 ήταν αγόρια και 74 κορίτσια. Από τα 101 παιδιά, μόλις τα 93 βρέθηκαν, ενώ 5 εξακολουθούν να αναζητούνται. 39 εξ’ αυτών αναζητούνται από προηγούμενα έτη.

Παρατηρείται αρκετά μεγάλη απόκλιση ως προς τον αριθμό αγοριών και κοριτσιών, εύρημα που θα πρέπει ίσως να μας βάλει σε σκέψεις. Για το λόγο αυτό, παρουσιάζεται μια επιμέρους κατηγοριοποίηση μεταξύ αγοριών και κοριτσιών ανά κατηγορία εξαφάνισης. Από τις 62 φυγές, 50 αφορούσαν σε κορίτσια και 12 σε αγόρια, από τις 27 ανησυχητικές εξαφανίσεις, 16 αφορούσαν σε κορίτσια και 11 σε αγόρια, από τις 10 γονικές αρπαγές, 7 αφορούσαν σε κορίτσια και 3 σε αγόρια ενώ υπήρξε 1 εξαφάνιση ενός ασυνόδευτου ανήλικου αγοριού.

Αναφορικά με τους λόγους εξαφάνισης, ως επί το πλείστον αφορούν σε σχέσεις με την οικογένεια, ακολουθούν άλλοι λόγοι, ενώ αναφέρθηκαν αρκετές περιπτώσεις που αφορούσαν σε σχέσεις με το άλλο φύλο. Ακολουθούν προβλήματα ψυχικής υγείας καθώς και σχέσεις με συνομήλικους. Αξίζει να αναφερθεί πως και στις δύο περιπτώσεις εξαφανίσεων, υπήρξε συνεργασία διάφορων φορέων προκειμένου να μπορέσουν να βρεθούν τα άτομα όσο το δυνατόν πιο γρήγορα γίνεται. Σε τέτοιες περιπτώσεις εξαφανίσεων, ακόμη και το λεπτό μετράει για την καλύτερη πρόγνωση και έκβαση της εκάστοτε περίπτωσης. Μάλιστα, για 3 περιστατικά πραγματοποιήθηκε διακρατική συνεργασία.

Από τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει πόσο σημαντική είναι η πρόληψη. Ειδικά σε επίπεδο ανήλικων, οι γονείς καθώς και διάφορες δομές οφείλουν να ενημερώνουν τα παιδιά για τον κίνδυνο που ελλοχεύει καθώς και να τα εκπαιδεύσουν στο πώς πρέπει να αντιδράσουν. Συνήθως, τουλάχιστον μέχρι ώρας, η κινητοποίηση των αρμόδιων αρχών γίνεται μετά το συμβάν, αφότου δηλαδή έχει γίνει η εξαφάνιση. Πόσα περιστατικά όμως θα μπορούσαν να είχαν προληφθεί εάν τα παιδιά ήταν ενημερωμένα και υποψιασμένα; Εάν έβαζαν στο μυαλό τους τον κίνδυνο καθώς και το πού μπορεί να υπάρχει; Εάν ήξεραν τί κινήσεις και βήματα πρέπει να ακολουθήσουν; Πώς να προστατευτούν;

Σίγουρα, η σκέψη και μόνο στο ενδεχόμενο να συμβεί κάτι τέτοιο αποτελεί τον χειρότερο εφιάλτη όλων των γονέων. Σε όσους έχει συμβεί, έστω και το να χάσουν τα παιδιά τους απ’ τα μάτια τους για λίγα δευτερόλεπτα, περιγράφουν αυτή τους την εμπειρία ως «τα χειρότερα και πιο εφιαλτικά λεπτά της ζωής τους». Ο καλύτερος τρόπος όμως να αποφύγουν αυτό που πολλοί θεωρούν αναπόφευκτο είναι να εκπαιδευτούν τα παιδιά τους σε συμπεριφορές εν όψει τέτοιων γεγονότων.

Ακόμη και ένα παιδί να καταφέρει να σωθεί, αξίζει τον κόπο να δώσουμε βαρύτητα και να στρέψουμε όλη μας την προσοχή στην πρόληψη.