Πόσες φορές δεν έχουμε μπει όλοι στον πειρασμό να γκουγκλάρουμε συμπτώματα και ενδείξεις που μπορεί να νιώθουμε για να δούμε τι μπορεί να συμβαίνει στην υγεία μας. Από απλό βήχα και πονοκέφαλο, μέχρι και άλλα πιο πολύπλοκα συμπτώματα, μαθημένοι από την ευκολία και την αμεσότητα του διαδικτύου, πάμε αμέσως να τσεκάρουμε και να βγάλουμε μία γρήγορη διάγνωση μέσω ίντερνετ.
Ειδικότερα τώρα με την επέλαση του Κορωναϊού, ακούμε και βλέπουμε όλο και περισσότερο τις τελευταίες μέρες, πολλούς ανθρώπους να γκουγκλάρουν συμπτώματα, ενδείξεις, θεραπείες, τρόπους χρήσης για μάσκες και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς.
Καλή η συνήθεια, άντε και η πλάκα (αν αναγνωρίζουμε ότι περί αυτού πρόκειται), όμως σε θέματα υγείας καλό θα ήταν να μη παίζουμε ρώσικη ρουλέτα με το λατρεμένο κατά τα άλλα google. Όσο «αυθεντία» και αν έχει αποδειχτεί αυτό κατά καιρούς σε πληθώρα πληροφοριών, σε θέματα υγείας δεν παύει να είναι ένας υποκειμενικός τρόπος γενικής πληροφόρησης.
Και δυστυχώς δεν είναι μόνο το google αλλά και τα social media στα οποία βλέπουμε διάφορα post που προτείνουν κάθε είδους γιατροσόφια και συμβουλές υγείας – ευεξίας στους χρήστες τους. Το ακόμα χειρότερο και πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι πάρα μα πάρα πολλοί χρήστες, όχι μόνο δεν φιλτράρουν τις πληροφορίες που ο κάθε πικραμένος αναρτά στο διαδίκτυο, αλλά τις ακολουθούν πιστά λες και είναι συνταγή γιατρού.
Περιττό να αναφέρουμε το πόσο επικίνδυνο μπορεί αυτό να αποβεί για πολλούς ανθρώπους, δυστυχώς όμως η αμάθεια και η ευπιστία, τείνει να αποδεικνύεται επανειλημμένα επικίνδυνη σε πολλούς τομείς της ζωής μας. Όσες φορές και να τονίσει κανείς ότι τέτοιου είδους πληροφορίες όχι μόνο δεν τις εμπιστευόμαστε, αλλά τις απορρίπτουμε αμέσως, όταν δεν προέρχονται από εξειδικευμένους επαγγελματίες, είναι πραγματικά λίγες, μιας και άλλη μία υπενθύμιση θα σώσει ζωές.
Στο διαδίκτυο δεν παίζουμε τον γιατρό και δεν ακολουθούμε καμία προτροπή που θα επηρεάσει έστω και στο ελάχιστο την υγεία μας. Εξάλλου καμία διάγνωση δεν γίνεται ποτέ εξ αποστάσεως, χωρίς να λάβει ο γιατρός υπ’ όψη του το ιστορικό μας, τα συμπτώματα, τις ενδείξεις, την εμπειρία του, τις γνώσεις του και φυσικά χωρίς να μας εξετάσει.
Όσο και αν πιστεύουμε ότι μπορεί να ταυτιζόμαστε με όλα αυτά που διαβάζουμε εκεί έξω, αυτό δεν παύει να είναι μία απλή ψευδαίσθηση και όχι βάσιμος λόγος για να ακολουθήσουμε τις συμβουλές του οποιουδήποτε. Δεν μπορούμε να κάνουμε αυτοδιάγνωση ούτε για τη σωματική, ούτε φυσικά για τη ψυχολογική μας υγεία. Για αυτό υπάρχουν οι κατάλληλοι επαγγελματίες που λέγονται γιατροί και έχουν λιώσει τα μάτια τους και τα παπούτσια τους για να κατακτήσουν μία επιστήμη και να μπορούν να λένε με σιγουριά τι πρέπει να γίνεται και τι όχι σε κάθε περίπτωση.
Ονομάζομαι Κέλλυ Ιωάννου. Είμαι Υπ. Διδάκτωρ Ψηφιακής Εγκληματολογίας και Τrauma Coach. Ως Διευθύντρια του CSI Institute, υποστηρίζω θερμά το όραμα του Ινστιτούτου που προάγει εκπαιδευτικούς και κοινωφελείς σκοπούς όπως την πρόληψη και την αντιμετώπιση θεμάτων ασφαλείας στο διαδίκτυο. Διαθέτω κλινική εμπειρία στον τομέα του Hλεκτρονικού Τραύματος (εξαρτήσεις από διαδίκτυο/ διαδικτυακούς εκβιασμούς, εκφοβισμούς, παρενοχλήσεις κ.ο.κ) και είμαι ιδρύτρια του Traumahelp, του μοναδικού κέντρου στην Ελλάδα για τη θεραπεία και την αποκατάσταση του ηλεκτρονικού τραύματος.