Στις σύγχρονες κοινωνίες των ταχύρρυθμων εξελίξεων και των ανταγωνιστικών συσχετισμών, η εργασία κατέχει κεντρικό ρόλο ως μέσο βιοπορισμού. Το πνεύμα του υλισμού σε συνδυασμό με τις αυξημένες απαιτήσεις της καθημερινότητας, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη πολύωρης εργασίας σε ένα εξαντλητικό καθεστώς. Ο κάθε άνθρωπος στην προσπάθειά του να αποκομίσει ολοένα και περισσότερα αγαθά, εργάζεται σκληρά, ακόμη και σε δυσμενείς συνθήκες. Η υπερκαταναλωτική μανία, που έχει παρεισφρήσει στο σκεπτικό του αγοραστή, δημιουργεί κίβδηλες ανάγκες, που του επιτρέπουν να συγχέει την επιθυμία του για παντοδυναμία με τις λιτές απαιτήσεις μιας ποιοτικής ζωής.
Το χρήμα καθίσταται μέσον επιβολής, ενισχύοντας την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, ενώ τρόπο απόκτησής του αποτελεί η εργασία. Ως απόρροια, τα άτομα εργάζονται αδιάκοπα, για να απολαμβάνουν τις ιεραρχικά ανώτερες θέσεις στην πυραμίδα των αγαθών. Οι «έχοντες» συχνά καταλήγουν να βιώνουν έντονη κόπωση και ψυχολογικές πιέσεις. Πόσο μάλλον, όταν πέρα από τις δικές τους ασυνείδητες ορμές έχουν να αντιμετωπίσουν και τις άλογες παρορμήσεις των συναδέλφων! Ο χώρος εργασίας δεν είναι πάντα ένα μέρος δημιουργικής απασχόλησης και παραγωγικότητας. Απεναντίας δύναται να μετατραπεί σε μία γκρίζα ζώνη, όπου ο εργαζόμενος χάνει την προσωπική του ταυτότητα.
Ο εκφοβισμός στο πλαίσιο της εργασίας υφίσταται και αναπαράγεται με γοργούς ρυθμούς. Ο όρος mobbing εισήχθη τη δεκαετία του 80’ από το Γερμανό ψυχολόγο Heinz Leyman περιγράφοντας την εργασιακή παρενόχληση, που επιβαρύνει την ψυχική υγεία. Μέχρι σήμερα, έχει προσλάβει διάφορες μορφές, διατηρώντας, ακόμη, χαμηλά τα ποσοστά σωματικής κακοποίησης. Αβάσιμες λοιδορίες, συκοφαντίες, λεκτική και μη λεκτική βία, εξαναγκασμός για απομόνωση, υποτιμητικά σχόλια που θίγουν την αξιοπρέπεια του εργαζομένου, αυθαίρετες εντολές, ταπείνωση και εξευτελισμός αποτελούν μερικές από τις εκφάνσεις του φαινομένου. Όλες αυτές οι συμπεριφορές επιδρούν στον ψυχισμό του δέκτη, περιορίζοντας την εργασιακή του απόδοση. Οι αμφίβολης ποιότητας εκροές της παραγωγικής διαδικασίας δυσαρεστούν τον εργαζόμενο, μειώνοντας τα επίπεδα της αυτοεκτίμησής του. Ο φόβος της απόρριψης και κατ’ επέκταση το άγχος της απόλυσης χρεώνουν στο άτομο την ταμπέλα του αποτυχημένου, που επιβεβαιώνεται μέσα από το έργο του. Η αυτοεκπληρούμενη προφητεία βρίσκει εφαρμογή στο εργασιακό πλαίσιο και ιδιαίτερα σε ανθρώπους με συναισθηματικές ανασφάλειες.
Άτομα, που με τις αντιδράσεις τους επιβεβαιώνουν τις εσφαλμένες εκτιμήσεις για την απόδοσή τους, απαρτίζουν την ομάδα των εύκολων στόχων, στους κόλπους της οποίας θα κινηθεί ο δράστης. Ο τελευταίος, συνήθως, αναζητά συμμάχους που θα διευκολύνουν τη διεκπεραίωση του σχεδίου του. Η συσπείρωση του κόσμου γύρω από ένα εξουσιαστικό άτομο με δύναμη και πυγμή παρουσιάζεται ως μονόδρομος, ειδικά όταν διακυβεύονται υλικές και οικονομικές απολαβές. Η υποστήριξη του αδύναμου κρίκου, σπανίως, επιλέγεται και συχνά το θύμα αδρανοποιείται. Τα ποσοστά καταθλιπτικών διαταραχών κορυφώνονται, τα μανιακά επεισόδια και οι αυτοκτονικοί ιδεασμοί οξύνονται, ως φυσικά επακόλουθα σε μία κατάσταση καθημερινού στρες.
Η εργασία συνιστά αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μας και είναι σημαντικό να αντιμετωπίζεται ως πηγή έμπνευσης και πόλος έλξης ευκαιριών για προσωπική ανέλιξη. Δυστυχώς, όπως σε όλα τα πλαίσια, ελλοχεύουν κίνδυνοι που χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης, πριν επεκταθούν οι συνέπειές τους. Ο εργαζόμενος που υφίσταται ηθική παρενόχληση διαθέτει ψυχολογικές και νομικές διεξόδους, ώστε να αποτρέψει το burn out.
Η εθελοντική ομάδα του CSI Institute, αποτελούμενη από εξειδικευμένους επιστήμονες όπως, ψυχολόγους, εγκληματολόγους, κοινωνιολόγους καθώς και τεχνικούς δικτύων & πληροφορικής, είναι κοντά σας παρέχοντας πληροφορία, ενημέρωση και γνώση μέσα από ποικίλα θέματα αρθρογραφίας.