Το 2016, ήμασταν εντελώς αθώοι, δεν γνωρίζαμε τι ακριβώς συνέβαινε. Θεωρούσαμε ότι τα social media προσέφεραν μόνο θετικά, χωρίς να προσπαθούν να επηρεάσουν την κοινή γνώμη σε αντίθεση με άλλα μέσα. Πιστεύαμε ότι η τεχνολογία ήταν συνυφασμένη με την πρόοδο και η πρόοδος αυτή, με μια καλύτερη ζωή.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουμε μάθει πολλά τα οποία δεν γνωρίζαμε αλλά ακόμη και τώρα είναι σαν να μην καταλαβαίνουμε. Γνωρίζουμε ότι τα social media είναι η «καυτή πατάτα» της εποχής, σε έναν κόσμο ο οποίος φλέγεται. Αλλά όπως ακριβώς και με την τρέχουα πανδημία, έχουμε μόνο μια μικρή ιδέα του πόσο μπορεί να χειροτερέψει η κατάσταση. Συνεχίζουμε και στις δυο περιπτώσεις να πιστεύουμε ότι τα πράγματα θα φτιάξουν, για κάποιον λόγο παραμένουμε υπερβολικά αισιόδοξοι, σαν να μην θέλουμε να δούμε τί ακριβώς συμβαίνει.
Στην περίπτωση των social media και συγκεκριμένα του Facebook, το χειρότερο σενάριο έχει ήδη γίνει πραγματικότητα. Απλώς ακόμη δεν θέλουμε να το δεχτούμε, δεν το βλέπουμε. Ακόμη ελπίζουμε, όπως ακριβώς και με την πανδημία, ότι κάποιο «εμβόλιο» θα βρεθεί. Το 2016 όλα άλλαξαν, όσο για το 2020 θα δούμε…
Έχουμε ήδη περάσει και ακόμη βιώνουμε μια πανδημία στα social media- τόσο μεταδοτική που «μόλυνε» όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και την πληροφόρηση που λαμβάναμε από αυτά. Όλο αυτό επηρέασε την εκλογική διαδικασία των ΗΠΑ, την κοινή γνώμη και οδήγησε στις καταστάσεις που βιώνουμε σήμερα. Πλέον δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όλο αυτό θα ξανασυμβεί, το θέμα είναι εάν οι δημοκρατικοί θεσμοί θα καταφέρουν να μείνουν ανεπηρέαστοι από όλη αυτή τη μόλυνση του Facebook.
Το 2016 με τη χρήση μιας επιθετικής εξωτερικής πολιτικής το Facebook υπονόμευσε τις αμερικανικές εκλογές. Όλο αυτό, χωρίς καμία συνέπεια. Κανείς, καμία εταιρία, κανένας συγκεκριμένος άνθρωπος δεν θεωρήθηκε υπεύθυνος ούτε ανέλαβε τις συνέπειες των πράξεων του.
Ο Zuckerberg υποστηρίζει το κίνημα #BlackLivesMatter, ενώ παράλληλα ο Donald Trump χρησιμοποιεί το Facebook προκειμένου να στερήσει από τους μαύρους και τους Λατίνους το δικαίωμα της ψήφου. Χωρίς καμία συνέπεια.
Και παρόλο που όλοι γνωρίζουμε την Cambridge Analytica και όλοι για λίγο ήμασταν εξοργισμένοι με το γεγονός ότι επετράπη να κλαπούν και να επαναχρησιμοποιηθούν τα δεδομένα 85 εκατομμυρίων χρηστών, πολλά από τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας της προώθησης της προεκλογικής καμπάνιας του Trump. Το μόνο που συνέβη ήταν να πληρωθεί ένα πρόστιμο αξίας 5 εκατομμυρίων και κανείς δεν κλήθηκε να λογοδοτήσει για αυτό το σκάνδαλο.
Και αυτό αφορά μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Βρετανία σύντομα θα έχει μια ακόμη μεγαλύτερη αναμέτρηση με τα social media, η οποία δεν έχει ξεκινήσει ακόμη. Αν δεν υπήρχε το Facebook, δεν θα είχε γίνει το Brexit. Αλλά υπάρχει κάποιος στην Βρετανία που να το αναγνωρίζει αυτό; Προφανώς κανένας. Η επιτροπή πληροφοριών και ασφάλειας, ανέφερε ότι προς έκπληξή της, δεν έγινε καμία προσπάθεια να διερευνηθεί η ξένη παρέμβαση στο δημοψήφισμα της ΕΕ.
Όπως αναφέρει ο Dominic Cummings, ο ίδιος κατανοεί τον ρόλο που έπαιξε το Facebook σε όλο αυτό. Περιέγραψε τη σκόπιμη χρήση παραπληροφόρησης που στόχευε σε άγνωστα άτομα σε όλη τη διάρκεια της εκλογικής περιόδου. Είχαν αναπτυχθεί πάνω από ένα δισεκατομμύριο διαφημίσεις στο Facebook, λέει.
Στην πραγματικότητα, γνωρίζουμε το πώς η πλατφόρμα καταστρατηγήθηκε κατά τη διάρκεια όλης της διαδικασίας και αυτό είναι κάτι που συμβαίνει και θα συνεχίσει να συμβαίνει, όσο τα άτομα και οι εταιρίες που είναι πίσω από αυτές τις πράξεις μένουν ατιμώρητες. Αναμένουμε, λοιπόν, το αν η δημοκρατία ως θεσμός θα καταφέρει να νικήσει το Facebook στις εκλογές των ΗΠΑ το 2020.
Έχοντας δει, λοιπόν, όλα αυτά, τον τρόπο με τον οποίο τα social media δεν επηρεάζουν μόνο ατομικά αλλά και μαζικά και οδηγούν σε ακραίες καταστάσεις, καλό είναι να αρχίσουμε να προσέχουμε το πόση σημασία δίνουμε σε όλα όσα βλέπουμε σε αυτά. Πρέπει ο κόσμος να μάθει να φιλτράρει τις πληροφορίες και να μην γίνεται έρμαιο των συνθηκών και των συμφερόντων.
Μετάφραση- Απόδοση: Αδαμαντία Νικολάου
Πηγή: The Guardian
Ονομάζομαι Κέλλυ Ιωάννου. Είμαι Υπ. Διδάκτωρ Ψηφιακής Εγκληματολογίας και Τrauma Coach. Ως Διευθύντρια του CSI Institute, υποστηρίζω θερμά το όραμα του Ινστιτούτου που προάγει εκπαιδευτικούς και κοινωφελείς σκοπούς όπως την πρόληψη και την αντιμετώπιση θεμάτων ασφαλείας στο διαδίκτυο. Διαθέτω κλινική εμπειρία στον τομέα του Hλεκτρονικού Τραύματος (εξαρτήσεις από διαδίκτυο/ διαδικτυακούς εκβιασμούς, εκφοβισμούς, παρενοχλήσεις κ.ο.κ) και είμαι ιδρύτρια του Traumahelp, του μοναδικού κέντρου στην Ελλάδα για τη θεραπεία και την αποκατάσταση του ηλεκτρονικού τραύματος.