Από την Ελένη Ατσάρου,
Το κυνήγι των δεδομένων είναι μια παλιά συνήθεια, ένα παιχνίδι κατά τη διάρκειά του οποίου οι συμμετέχοντες προσπαθούν να αποκτήσουν πρόσβαση σε όσο το δυνατόν περισσότερα δεδομένα προκειμένου να κερδίσουν. Τα δεδομένα που συγκεντρώνονται μπορεί να αφορούν την οικονομική κατάσταση του χρήστη, τις κοινωνικές επιρροές που δέχεται, τις πολιτικές του πεποιθήσεις, αλλά και το από ποιες εταιρείες προτιμά να ψωνίζει συνήθως. Τις περισσότερες φορές τα δεδομένα που συγκεντρώνονται χρησιμοποιούνται για να μπορέσουν οι επιχειρήσεις να σχεδιάσουν τη στρατηγική μάρκετινγκ που θα ακολουθήσουν, αλλά κατά κύριο λόγο και πιο συγκεκριμένα για διαφημιστικούς σκοπούς. Αυτό φαίνεται από το σύνολο των διαφημίσεων που εμφανίζονται στην οθόνη μας κι εμείς αναρωτιόμαστε πώς γίνεται να εμφανίζονται διαφημίσεις τόσο σχετικές με τα ενδιαφέροντά μας.
Αρκεί να σκεφτούμε τα μπισκοτάκια (cookies) που δεχόμαστε, αλλά και την ελευθερία που παραχωρούμε σε διάφορες ιστοσελίδες όταν τις επισκεπτόμαστε και καταχωρούμε τα προσωπικά μας δεδομένα, ειδικά όταν εγγραφόμαστε για να μπορέσουμε να έχουμε πρόσβαση σε συγκεκριμένο περιεχόμενο ή να λαμβάνουμε ειδοποιήσεις. Πηγές για τη συγκέντρωση αυτών των δεδομένων μπορεί να είναι οι πιστωτικές κάρτες που χρησιμοποιούμε, κυβερνητικά έγγραφα που υπάρχουν και μας αφορούν, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που χρησιμοποιούμε, το ιστορικό μας στο διαδίκτυο, αλλά και οι αγορές που πραγματοποιούμε εντός και εκτός διαδικτύου. Συνεπώς δημιουργείται ένας σημαντικός όγκος δεδομένων από διάφορες πηγές. Το ερώτημα που προκύπτει όμως στη συνέχεια είναι ποιος είναι ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιούνται αυτά τα δεδομένα.
Τις περισσότερες φορές συγκεντρώνονται και αποθηκεύονται από τις εταιρείες χάρη στις ιστοσελίδες τους όπου οι επισκέπτες τους προσφέρουν απλόχερα τα δεδομένα τους, όμως υπάρχουν φορές που αυτά μπορεί να συγκεντρωθούν από αλλού. Μια τέτοια περίπτωση που έχει αρχίσει να είναι ιδιαίτερα δημοφιλής είναι οι εταιρείες μεσιτείας δεδομένων (data brokers). Πρόκειται για ένα σύνολο εταιρειών των οποίων ο αριθμός αναμένεται να αυξηθεί στο μέλλον, ενώ η αξία της βιομηχανίας αυτής τιμάται στα 200 δις δολλάρια αυτή τη στιγμή. Σε αυτή τη βιομηχανία τα δεδομένα που συγκεντρώνονται από μια εταιρεία μπορούν να προσφερθούν σε τρίτους προκειμένου εκείνοι να μπορέσουν να επιτύχουν τους δικούς τους στόχους (οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς, επιχειρηματικούς) έναντι κάποιου χρηματικού ποσού.
Κάποιες από τις εταιρείες αυτές προσφέρουν τη δυνατότητα στους καταναλωτές να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα τους και να τα αλλάξουν ούτως ώστε να μπορέσουν να συμβαδίζουν με την πραγματικότητα, όμως ακόμη κι έτσι αυτός είναι ένας άλλος τρόπος για να αποκτήσουν πρόσβαση στις πληροφορίες των καταναλωτών. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι καταναλωτές γνωρίζουν ποια είναι τα δεδομένα που έχουν προσφέρει, όμως δεν είναι πλήρεις γνώστες του βαθμού της διάθεσης και της διάδοσης των πληροφοριών που προσέφεραν. Το ίδιο ισχύει και τις φορές που οι καταναλωτές προσφέρουν τα δεδομένα τους σε τέτοιες εταιρείες έναντι κάποιου χρηματικού ποσού. Υπάρχουν όμως και φορές που οι χρήστες ενώ έχουν διαθέσει εν αγνοία τους πληροφορίες που τους αφορούν επιθυμούν τη διαγραφή τους από τέτοιες βάσεις δεδομένων.
Το ενδεχόμενο αυτό υπάρχει και μπορεί να γίνει διαγραφή, όμως θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός πως πρόκειται για μια χρονοβόρα διαδικασία και ο χρήστης θα πρέπει να επιμείνει και να μην αποθαρρυνθεί από το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση της διαδικασίας. Ένας λόγος για τον οποίο μπορεί κάποιος να επιθυμεί τη διαγραφή των στοιχείων του είναι και το ότι τα δεδομένα που τις περισσότερες φορές συγκεντρώνονται είναι το πλήρες όνομα του χρήστη, η διεύθυνσή του, ο τηλεφωνικός αριθμός του, η διεύθυνση του ηλεκτρονικού του ταχυδρομείου, ηλικία και φύλο, αριθμός κοινωνικής ασφάλισης, δεδομένα για την ακίνητη περιουσία του, εισόδημα, εκπαίδευση και απασχόληση.
Συνδυάζοντας όλα αυτά τα δεδομένα μπορεί να σχηματιστεί μια επαρκής, αν όχι πλήρης, εικόνα για τον κάθε χρήστη μέσα από την κατανόηση του οποίου μπορούν να προβλεφθούν οι ενδεχόμενες προτιμήσεις του κι έτσι να τεθεί σε εφαρμογή το σχέδιο μάρκετινγκ από την πλευρά μιας εταιρείας, αλλά και από την πολιτεία σχετικά με τα κόμματα να προωθηθεί ευκολότερα το σχέδιο δράσης τους. Ένας τρόπος για να μην επηρεαζόμαστε από αυτές τις ενέργειες είναι η χρήση εφαρμογών που εμποδίζουν τις διαφημίσεις (ad-blockers) και με αυτό τον τρόπο μπορούμε μόνοι μας να διαμορφώσουμε μια άποψη. Φυσικά η αξία των δεδομένων διαφέρει καθώς άλλη αξία έχει κατά μέσο όρο η ηλεκτρονική διεύθυνση ενός χρήστη που φτάνει τα 89 δολλάρια και άλλη τα δεδομένα σχετικά με την υγεία μας.
Για εμάς τους ίδιους το σημαντικότερο είναι να μπορέσουμε από μόνοι μας να κατανοήσουμε την αξία που έχουν τα προσωπικά μας δεδομένα και να μη τα διαθέτουμε απλόχερα προς όλους καθώς αυτά είναι τα στοιχεία που μας διαφοροποιούν τον ένα από τον άλλο, κάνουν τον καθένα μας ξεχωριστό και αποτελούν ένα λόγο για να αναζητούμε μέσα από τις κοινωνικές μας επαφές να γνωρίσουμε τους ανθρώπους που βρίσκονται γύρω μας. Διαφορετικά θα στρεφόμασταν σε μια οθόνη και αφότου αποκτούσαμε τις βασικές πληροφορίες για το συνάνθρωπό μας θα μπορούσαμε να τον μάθουμε σαν να του κάναμε ακτινογραφία.
Ένας από τους σκοπούς του CSI Institute είναι η άμεση, έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση όλων των πολιτών. Πάντα κοντά σας για ενημέρωση και επαγρύπνηση.