Διενεργείται λοιπόν σε ύφος επιτακτικό και κρίσιμο αυτή η «Διάσκεψη των Μερών» (conference of parties εξ ου και το COP, με το 26 να συμβολίζει το πόσες φορές έχει διενεργηθεί το εν λόγω συνέδριο) παγκόσμιου χαρακτήρα στη Γλασκώβη. Σκοπός του συνεδρίου είναι η καταπολέμηση «της επικίνδυνης ανθρώπινης παρέμβασης στο κλιματικό σύστημα» και η σταθεροποίηση των επιπέδων των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Πρώτη φορά έλαβε χώρα το 1992 με τα ‘’μέρη’’(parties) να αναφέρονται στα 197 έθνη που συμμετείχαν και συμφώνησαν στη Σύμβαση Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή.
Όπως αντιλαμβάνεται ο καθένας, οι προηγούμενες 25 φορές (στα τελευταία 29 χρόνια) που έλαβε χώρα το γεγονός δεν ευκάρπισαν, όπως θα ευχόμασταν. Έτσι έχουμε βρεθεί στην δυσάρεστη θέση να παρακολουθούμε σαστισμένοι την κλιματική αλλαγή, με τα ακραία καιρικά φαινόμενα να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για μια άμεση και ουσιαστική προσπάθεια εξισορρόπησης ανάμεσα στην ανάγκη κατανάλωσης καυσίμων και στο σεβασμό για το περιβάλλον. Αρμόδιοι επιστήμονες προειδοποιούν την ανθρωπότητα ότι αν δε ληφθούν καίρια μέτρα σύντομα, η κατάσταση θα είναι μη αναστρέψιμη περί το έτος 2040.
Το βασικό ζήτημα είναι ότι ακόμα και η εν λόγω πρωτοβουλία εξισορρόπησης, είναι περισσότερο προϊόν της προσπάθειας περιορισμού της επικείμενης ζημιάς στα έσοδα ορισμένων, παρά μία ώριμη συνειδητοποίηση του τραγικού της κατάστασης. Φτάνουμε δηλαδή να ανησυχούμε για την τσέπη μας στην ουσία, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που διακυβεύεται είναι το οξυγόνο μας, η ζωή μας η ίδια. Το ότι κυκλοφορώντας στην πόλη (και όχι μόνο), απλά και μόνο ανασαίνοντας αισθανόμαστε τα καυσαέρια να δυσκολεύουν τη διαδικασία της αναπνοής μας (ό,τι πιο ζωτικό έχουμε δηλαδή) δε μας προβληματίζει. Το ότι τη νύχτα στις πόλεις είναι λες και δε νυχτώνει ποτέ, με το καφεγκρίζο αυτό νέφος να μας σκεπάζει διαρκώς, αποκρύπτοντάς μας τον ουρανό και τα αστέρια, δε μας προβληματίζει. Το ότι κυριολεκτικά καίγεται η γη ολόκληρη, είτε από την υπερθέρμανση του πλανήτη, είτε από εμπρησμούς, είτε από αμέλεια, είτε από την ανευθυνότητα των αρμόδιων αρχών, δε μας προβληματίζει. Το ότι σε μερικά χρόνια σύμφωνα με τους επιστήμονες δε θα έχουμε πόσιμο νερό παγκοσμίως δε μας προβληματίζει.Το ότι κυκλοφορούμε με τα κοντομάνικα μέσα Νοέμβρη είναι γεγονός, αλλά ούτε και αυτό μας προβληματίζει. Γενικότερα τίποτα σχεδόν δε μας προβληματίζει πλέον και ακόμα και αν μας προβληματίσει κάτι όντως, δύσκολα μιλάμε γι’ αυτό.
Αυτή η αδιαφορία, η παθητικότητα και η απραξία μας, μάλλον είναι αποτελέσματα του ότι μας πνίγουν και μας σκοτίζουν άλλα χίλια δύο απειλητικά, με ακόμα πιο άμεσο τρόπο προβλήματα, και όχι απλώς προβληματισμοί. Επίσης ενδέχεται να είναι προϊόντα του γεγονότος ότι πλέον στο να λέει κανείς την άποψη του δίχως φόβο, ελλοχεύει ο κίνδυνος να κριθεί ως ρατσιστής, ως ‘’ψεκασμένος’’ ή ως οποιαδήποτε άλλη επιφανειακή και άκριτη ταμπέλα του δοθεί, απλώς και μόνο επειδή είχε το σθένος να κουβαλήσει τη βαρύτητα της αλήθειας του. Ακόμα όμως κι αν όντως προβληματίζεται κανείς για όλα αυτά και για άλλα πολλά, σπανίως κάνει κάτι περισσότερο από το να τα συζητάει από τη βολή του καναπέ του. Αυτά όμως όλα ανήκουν στη σφαίρα μιας εντελώς διαφορετικής κουβέντας.
Άλλωστε έχουμε βρεθεί στο σημείο αυτό, δηλαδή να απειλείται η μητέρα φύση και κατ’ επέκταση η ανθρώπινη επιβίωση και ύπαρξη στο σύνολο της, εξ αιτίας αυτής της μανίας μας για βραχυπρόθεσμο κέρδος, αγνοώντας συνέπειες και επιπτώσεις, αγνοώντας το διπλανό μας, αγνοώντας τον εαυτό μας τον ίδιο σε τελική ανάλυση. Έτσι φτάσαμε σε σημείο οι βιομηχανίες, θέλοντας να πλουτίσουν χθες και σήμερα, να καταδικάζουν την αυριανή τους οικονομική κατάσταση. Βλέποντας λοιπόν οι μεγάλες βιομηχανίες το οικονομικό τους αύριο να κινδυνεύει (κυρίως επειδή κινδυνεύει και η ανθρωπότητα συνολικά) φτάνουμε σήμερα να προσπαθούμε εναγωνίως να λάβουμε μέτρα ώστε να σταματήσουμε ή έστω να περιορίσουμε την κλιματική αλλαγή. Επειδή με την απληστία μας φτάσαμε την κατάσταση στο απροχώρητο. Και σχετίζονται όλα τόσο πολύ με αυτή την οικονομική επιβίωση (και κυριαρχία), που πλέον έχουμε φτάσει στο σημείο να ονομάζουμε ‘’green deal’’ την προσπάθεια να ματαιώσουμε την αυτοκαταστροφή μας.
Όπως και να ‘χει, ο μοναδικός τρόπος να έχουμε κάποια ελπίδα, είναι αυτό το ‘’green deal’’ να μην υποτάσσεται σε οικονομικά συμφέροντα. Άλλωστε λόγω αυτής της υποταγής, λόγω αυτού του παραγκωνισμού της οικολογίας προς όφελος της οικονομικής ευρωστίας έχουμε φτάσει εδώ που έχουμε φτάσει.
Το ίδιο το DNA του καπιταλισμού τον καθιστά ακατάλληλο να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, αφού το μεγαλύτερο μέρος αυτών των συνεπειών, είναι προϊόν του ίδιου του καπιταλισμού. Ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα βασίζεται στην ιδιωτικοποίηση των κερδών και την κοινωνικοποίηση των ζημιών/απωλειών – όχι με άλλο τρόπο, αλλά με τις ευλογίες του νόμου.
Τα δύο τρίτα των συνολικών εκπομπών ρύπων από τη Βιομηχανική Επανάσταση και μετά, προέρχονται από μόλις 90 εταιρείες. Ωστόσο, ακόμα και αν οι διαχειριστές των χειρότερων ρυπαντών του πλανήτη ήταν πρόθυμοι να επιδιώξουν την ταχεία μείωση εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, οι μέτοχοί τους θα αντιστέκονταν. Αυτό που προστατεύει τους ιδιοκτήτες κεφαλαιουχικών περιουσιακών στοιχείων, ακόμα και όταν αυτοί επιβαρύνουν άλλους με τεράστιες υποχρεώσεις, είναι η νομοθεσία. Όχι οι αγορές.
Mας τελειώνει όμως ο χρόνος για τέτοια πειράματα. Εάν πραγματικά στόχος ήταν να γίνει πράσινη η οικονομία, τότε το πρώτο βήμα θα ήταν να εξαλειφθούν όλες οι άμεσες επιδοτήσεις και οι φορολογικές ελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις που ρυπαίνουν και να επιβληθεί διακοπή της «διάδοσης του διοξειδίου του άνθρακα». Επίσης οι κυβερνήσεις συναισθανόμενες την ευθύνη τους για τις περιβαλλοντικές ζημιές, πρέπει να πάψουν να προστατεύουν τους ρυπαντές «τέρατα», τους ιδιοκτήτες τους και τους επενδυτές τους.
Άραγε θα δράσουμε άμεσα, όπως μας επιτάσσουν οι συνθήκες ή θα περιμένουμε νωχελικά για το COP27;
Ονομάζομαι Γεώργιος Βιτζηλαίος. Είμαι φοιτητής επί πτυχίω του τμήματος Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών(ΕΚΠΑ). Αυτή την περίοδο τελώ την πρακτική μου άσκηση στο Ινστιτούτο Κυβερνοασφάλειας(CSIi). Ως επί το πλείστον ασχολούμαι με τη συγγραφή επίκαιρων ενημερωτικών άρθρων, καθώς και με την ενημέρωση και την υποστήριξη μέσω τηλεφωνικής επικοινωνίας.