Γράφει η Ειρήνη Γκαρίκου, Δικηγόρος Αθηνών
Στην σημερινή εποχή, όλο και περισσότερα εγκλήματα, διαπραχθέντα από ανήλικους παραβάτες, έρχονται στο φως της δημοσιότητας, σοκάροντας την κοινή γνώμη. Πλέον συγκεκριμένα, στην Ελλάδα, η ποινική μεταχείριση των ανήλικων παραβατών , οι οποίοι διαπράττουν αξιόποινες πράξεις, είναι ήπια. Αυτή η αντιμετώπιση αποτελεί πρόνοια του Ελληνικού Ποινικού Συστήματος, που σκοπό έχει την διαπαιδαγώγηση του ανήλικου παραβάτη και όχι, επομένως, την τιμωρία του. Έτσι, η συνηθέστερη μορφή επιβολής ποινής είναι η εφαρμογή μέτρων αναμορφωτικών ή θεραπευτικών για τον ανήλικο παραβάτη. Ως αναμορφωτικά μέτρα ορίζονται από τον Ποινικό Κώδικα τα ακόλουθα : α) η επίπληξη του ανηλίκου, β) η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς ή στους επιτρόπους του, γ) η ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου σε ανάδοχη οικογένεια, δ) η ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρείες ή σε ιδρύματα ανηλίκων ή σε επιμελητές ανηλίκων, ε) η συνδιαλλαγή μεταξύ ανήλικου δράστη και θύματος για έκφραση συγγνώμης και εν γένει για εξώδικη διευθέτηση των συνεπειών της πράξης, στ) η αποζημίωση του θύματος ή η κατ’ άλλον τρόπο άρση ή μείωση των συνεπειών της πράξης από τον ανήλικο, ζ) η παρακολούθηση κοινωνικών και ψυχολογικών προγραμμάτων σε κρατικούς, δημοτικούς, κοινοτικούς ή ιδιωτικούς φορείς, η) η φοίτηση σε σχολές επαγγελματικής ή άλλης εκπαίδευσης ή κατάρτισης, θ) η παρακολούθηση ειδικών προγραμμάτων κυκλοφοριακής αγωγής, ι) η παροχή κοινωφελούς εργασίας, ια) η ανάθεση της επιμέλειας και επιτήρησης του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρείες ή σε επιμελητές ανηλίκων και ιβ) η τοποθέτηση σε κατάλληλο κρατικό, δημοτικό, κοινοτικό ή ιδιωτικό ίδρυμα αγωγής.
Ως θεραπευτικά μέτρα , σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα, νοούνται τα εξής : « 1. Αν η κατάσταση του ανηλίκου απαιτεί ιδιαίτερη μεταχείριση, ιδίως αν πάσχει από ψυχική ασθένεια ή τελεί σε νοσηρή διατάραξη των πνευματικών του λειτουργιών ή από οργανική νόσο ή κατάσταση που του δημιουργεί σοβαρή σωματική δυσλειτουργία ή του έχει γίνει έξη η χρήση οινοπνευματωδών ποτών ή ναρκωτικών ουσιών και δεν μπορεί να την αποβάλει με τις δικές του δυνάμεις ή εμφανίζει ανώμαλη καθυστέρηση στην πνευματική και την ηθική του ανάπτυξη, το δικαστήριο διατάσσει: α) την ανάθεση της υπεύθυνης επιμέλειας του ανηλίκου στους γονείς, στους επιτρόπους του ή στην ανάδοχη οικογένεια, β) την ανάθεση της επιμέλειας του ανηλίκου σε προστατευτικές εταιρείες ή σε επιμελητές ανηλίκων, γ) την παρακολούθηση συμβουλευτικού θεραπευτικού προγράμματος από τον ανήλικο και δ) την παραπομπή του ανηλίκου σε θεραπευτικό ή άλλο κατάλληλο κατάστημα.» (123ΠΚ).
Επομένως, ως έσχατο μέσο ακολουθεί ο ποινικός σωφρονισμός των ανηλίκων.
Για καλύτερη κατανόηση του εν λόγω ζητήματος, κρίνεται απαραίτητο να διευκρινιστούν τα ηλικιακά όρια των ανήλικων παραβατών σύμφωνα με τις υφιστάμενες ποινικές ρυθμίσεις.
Αρχικά, οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα για τους ανηλίκους (άρθρα 121 έως 133 ΠΚ) θέτουν εκτός ποινικής αντιμετώπισης τα ανήλικα άτομα που δεν έχουν συμπληρώσει κατά την τέλεση της αξιόποινης πράξης το 12ο έτος της ηλικίας τους. Τα παιδιά του ηλικιακού πλαισίου αυτού είναι παντελώς αδιάφορα από ποινικής άποψης, δηλαδή δεν αντιμετωπίζουν καμία ποινή και απαγορεύεται να υποβληθούν σε οποιασδήποτε μορφής θεραπευτικά ή αναμορφωτικά μέτρα ή ποινικό σωφρονισμό. Οι πράξεις αυτών των ανηλίκων αποτελούν αντικείμενο ενασχόλησης μονάχα των αρμόδιων κοινωνικών υπηρεσιών.
Εν συνεχεία, κατά το άρθρο 126 του Ποινικού Κώδικα, διακρίνουμε δύο ομάδες ανηλίκων παραβατών, ανάλογα με την ποινική τους αντιμετώπιση, ανάλογα δηλαδή με το αν θεωρούνται κατά τον Ποινικό Κώδικα «ποινικά ανεύθυνοι» ή όχι, διάκριση που εξαρτά ο νομοθέτης αποκλειστικά από την ηλικία τους . Συγκεκριμένα, στο ηλικιακό όριο από 12 έως 15 ετών, οι ανήλικοι θεωρούνται ως «ποινικά ανεύθυνοι» ,ενώ «ποινικά υπεύθυνοι» θεωρούνται οι ανήλικοι, που εντάσσονται στο ηλικιακό όριο από 15 έως 18 ετών.
Αυτό , δηλαδή , που κάνει ο ποινικός νομοθέτης είναι να δημιουργήσει ένα ηλικιακό πλαίσιο ανηλικότητας, από το οποίο εξαρτάται και καθορίζεται η ποινική ευθύνη του ανηλίκου παραβάτη και αντίστοιχα η επιλογή των μέτρων εκείνων, που είναι κατάλληλα για την αναμόρφωσή του ή τον ποινικό σωφρονισμό του , εφόσον στη δεύτερη περίπτωση συντρέχουν πέραν της ηλικίας , και προϋποθέσεις που αφορούν την βαρύτητα της τελεσθείσας πράξης.
Συνεπώς, βάσει των προαναφερθέντων στοιχείων, βασική αρχή για το ποινικό δίκαιο των ανηλίκων είναι η διαπαιδαγώγηση, καθώς επίσης και η αναμόρφωσή τους, η οποία αποβλέπει σε ένα καλύτερο μέλλον για το παιδί, χωρίς ,βεβαίως, να αποσκοπεί σε τιμωρητική αντιμετώπιση και τον κοινωνικό στιγματισμό με την επιβολή ποινικών κυρώσεων. Επομένως, η ειδική μεταχείριση αυτή του ανηλίκου θα πρέπει να επιτευχθεί με « λεπτούς » χειρισμούς , με απώτερο σκοπό την κοινωνική του επανένταξη.
Η εθελοντική ομάδα του CSI Institute, αποτελούμενη από εξειδικευμένους επιστήμονες όπως, ψυχολόγους, εγκληματολόγους, κοινωνιολόγους καθώς και τεχνικούς δικτύων & πληροφορικής, είναι κοντά σας παρέχοντας πληροφορία, ενημέρωση και γνώση μέσα από ποικίλα θέματα αρθρογραφίας.