Διαδικτυακός Εθισμός, Ψυχική υγεία

Καλά τα video games αλλά….

Από την Αλίκη Τσίκα,

Προσωπική μου ταπεινή άποψη δεν είναι και τόσο καλά, καθώς δεν ήμουν ποτέ φαν της «εικονικής» διασκέδασης, αλλά καθότι αυθεντία δεν είμαι, κατανοώ όλους όσους επιλέγουν να αφιερώσουν κομμάτι από το χρόνο τους στο συγκεκριμένο είδος διασκέδασης.

Πολλοί είναι αυτοί που επιλέγουν να ψυχαγωγήσουν και τα παιδιά τους με αυτόν τον τρόπο, αφήνοντας τα με τις ώρες να χαζεύουν – κυριολεκτικά και μεταφορικά – μπροστά σε μία οθόνη και να αλληλεπιδρούν με μια εικονική πραγματικότητα, μάχης, αθλητισμού, πολέμου, παιχνιδιού κ.ο.κ.

Ας πούμε ότι ίσως η ενασχόληση των παιδιών με τα συγκεκριμένα παιχνίδια μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις, όταν αυτή γίνεται με σύνεση, να αποδειχθεί δημιουργική ή ακόμη και επιμορφωτική και σαφώς κάθε είδους παιχνίδι για τα παιδιά είναι καλοδεχούμενο, τι γίνεται όμως όταν αυτοί που χαζεύουν μπροστά στην οθόνη δεν είναι τα παιδιά αλλά οι ενήλικες;

Στρατιές ολόκληρες ανθρώπων που σαφώς έχουν προσπεράσει προ πολλού την φάση που «δικαιολογημένα» θα αναλωθούν μέρα νύχτα στο αχαλίνωτο gaming, και υποτίθεται ότι βρίσκονται στην πιο κοινωνική και παραγωγική φάση της ζωής τους και όμως επιλέγουν να παραγκωνίσουν δουλειά, φίλους και μια μορφή πιο «ενήλικης» ψυχαγωγίας, προκειμένου να σαπίσουν όπως λένε στον καναπέ με ένα χειριστήριο στο χέρι.

Άνθρωποι που υποτίθεται ότι ανήκουν και σε μία πιο παλιά γενιά που είχε μάθει και είχε μεγαλώσει και χωρίς την οθόνη, έξω στους δρόμους, με τους φίλους, με τα ποδήλατα με την αληθινή κοινωνική συναναστροφή, με μια μπύρα στο χέρι και μια κουβέντα παραπάνω.

Όλοι αυτοί που αποτελούν ή θα αποτελέσουν το πρότυπο για τη νέα γενιά που παραπονιόμαστε ότι δεν ξεκολλάει από την οθόνη, αλλά ταυτόχρονα βλέπει εμάς να κάνουμε ακριβώς το ίδιο.

Οι άνδρες σαφώς και στατιστικά αποδεικνύεται, ότι κρατούν τα πρωτεία στη συγκεκριμένη συνήθεια, με πολλούς από αυτούς να θυσιάζουν την παρέα και την έξοδο με φίλους, για να παίξουν λίγο ακόμα, να πορωθούν λίγο ακόμα, να αναλωθούν στη μάχη του τηλεχειριστηρίου λίγο ακόμα, να αράξουν λίγο ακόμα, όχι για να συζητήσουν ή να περάσουν καλά, αλλά για να αφήσουν την οθόνη να τους απορροφήσει λίγη ακόμα… ενέργεια.

Ξεχνάς να μιλήσεις, να ανταλλάξεις σκέψεις, λέξεις, εμπειρίες, να κάνεις χαβαλέ ή ακόμα και να λογομαχήσεις για έναν αγώνα μπάσκετ που μόλις είδες και αντί να περάσεις παραγωγικό χρόνο με τους ανθρώπους γύρω σου, μπαίνεις στη διαδικασία να τους ανταγωνιστείς με κριτή και καθοδηγητή έναν προγραμματισμένο εικονικό κόσμο, ειδικά σχεδιασμένο για να σε αποχαυνώνει.

Δεν λέω ότι η συγκεκριμένη μορφή διασκέδασης είναι απαγορευτική, ούτε ότι δεν αποτελεί όντως μία επιλογή για χαβαλέ, καλοπέραση ή στιγμές γέλιου, εξάλλου όπως πολύ σωστά μου είπε κάποιος που έζησε τον παραλογισμό του gaming από κοντά, «play station θα παίζω με το γιό μου», και ακριβώς αυτή η ατάκα είναι η διαφορά του χαβαλέ, της καλοπέρασης και του γέλιου από τη σπατάλη πολύτιμου προσωπικού «ενήλικου» χρόνου που θα μπορούσε να διοχετευθεί πολύ πιο ουσιαστικά.