Ανθρώπινες Σχέσεις, Συμπεριφορά, Ψυχική υγεία

Γιατί σταματήσαμε να διαβάζουμε παραμύθια στα παιδιά;

Από την Αλίκη Τσίκα,

Τα παλαιότερα χρόνια οι περισσότεροι γονείς, για να βάλουν τα παιδιά για ύπνο, ακολουθούσαν τη «γνωστή» πρακτική της ανάγνωσης παραμυθιών. Είτε αυτά ήταν από τα πιο γνωστά, χιλιοειπωμένα και κλασικά, ή λίγο πιο ψαγμένα και διαφορετικά, τα παιδιά συνήθιζαν να κοιμούνται με ιστορίες από μακρινούς κόσμους να ηχούν στα αυτιά τους.

Πλέον τα περισσότερα παιδιά αποκοιμούνται δυστυχώς βομβαρδισμένα από ψηφιακές εικόνες και ήχους, αποχαυνωμένα μπροστά από την τηλεόραση ή οποιοδήποτε άλλο ψηφιακό μέσο. Έτοιμες εικόνες, δυνατοί και συχνά «σκληροί» ήχοι, που δεν προέρχονται από την οικεία φωνή της μαμάς και του μπαμπά ή ακόμη και της γιαγιάς και του παππού, αλλά από μία ψηφιακή πλατφόρμα.

Λίγο η έλλειψη χρόνου, λίγο οι εποχές που αλλάζουν και συμπαρασύρουν μαζί τους, πρακτικές και συνήθειες χρόνων, λίγο η ολιστική εισβολή και επικράτηση της τεχνολογίας, όλα μαζί τείνουν να εξαλείψουν πλήρως ακόμη και τα πιο απλά και παραδοσιακά πράγματα που κάναμε όλοι μας και μας προσέφεραν στιγμές χαλάρωσης, πολύτιμες αναμνήσεις και οικογενειακή οικειότητα και συνοχή. Διότι δυστυχώς ότι και να μας προσφέρει η τεχνολογία και όσο προηγμένη και αν γίνει δεν μπορεί με τίποτα να αντικαταστήσει την ανθρώπινη αλληλεπίδραση.

Τα παραμύθια μεγάλωσαν γενιές και γενιές παιδιών, και όχι μόνο τα ταξίδευαν αλλά τους προσέφεραν και πληθώρα άλλων πλεονεκτημάτων. Το παραμύθι επιτρέπει στην φαντασία ενός μικρού παιδιού να αναπτυχθεί με το να παράγει εικόνες και τοπία από μόνο του, να φτιάχνει τις μορφές των ηρώων όπως αυτό θέλει, να μαθαίνει να «παράγει» και όχι μόνο να καταναλώνει. Πολλές μελέτες έχουν καταδείξει άλλωστε ότι η ακοή και η αντίστοιχη δημιουργία εικόνων από τα παιδιά ενεργοποιεί συγκεκριμένα σημεία του εγκεφάλου που μετέπειτα συμβάλλουν τα μέγιστα στη γνωσιακή ανάπτυξη των παιδιών.

Στον αντίποδα το να προσφέρουμε στα παιδιά μας έτοιμες εικόνες, εμπορικά κατασκευασμένες, τους στερεί την ευκαιρία να αναπτύξουν μόνα τους εικόνες, ήχους και νοήματα και τα θέτει στη διαδικασία να γίνουν παθητικοί αποδέκτες από πολύ μικρή ηλικία. Επιπλέον η υπερβολική έκθεση των παιδιών στο φως που προέρχεται από τις ηλεκτρονικές συσκευές, έχει αποδειχθεί ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα του ύπνου και άρα στην εγκεφαλική τους λειτουργία, αφού επί της ουσίας δεν ξεκουράζονται επαρκώς και ποιοτικά.

Πέρα από όλα τα παραπάνω όμως, η ανάγνωση ενός παραμυθιού είναι ακόμη μία ευκαιρία για την ανάπτυξη υγειών και πιο οικείων σχέσεων με τους γονείς, αφού όχι μόνο περνάνε περισσότερο χρόνο μαζί τους, αλλά προάγουν και τη συζήτηση, το διάλογο και την μεγαλύτερη αλληλεπίδραση γονέα και παιδιού. Το παιδί μαθαίνει από μικρό ότι δεν χρειάζεται και δεν πρέπει να μένει απομονωμένο και σιωπηλό μπροστά από μία οθόνη, αλλά ότι μπορεί να περνάει χρόνο με την οικογένειά του, να συζητάει, να γελάει και μιλά ανοιχτά.

Ακόμη και δέκα λεπτά παραπάνω χρόνου μεταξύ των παιδιών και των γονέων, μπορούν να προσφέρουν σημαντικά οφέλη τόσο για την ανάπτυξη και την ψυχολογική υγεία των πρώτων, όσο και τη ανάπτυξη, τη συνοχή και τη διατήρηση μια υγιούς και πιο ενωμένης οικογένειας.