Διαδίκτυο, Εγκλήματα

Γιατί η κακοποίηση των ηλικιωμένων είναι το τέλειο έγκλημα

Από την Καλλιόπη Ιωάννου,

Η κακοποίηση των ηλικιωμένων είναι το τέλειο έγκλημα.

Τα θύματα σπάνια διαμαρτύρονται και αν το κάνουν οι φωνές τους σπάνια ακούγονται και λαμβάνοται υπόψιν. Η συνέπεια; Tις περισσότερες φορές αυτοί οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνοι τους. Τα άλογα, άλλωστε, όταν γεράσουν τα σκοτώνουν…

Πολλοί από εμάς αδυνατούν να αποδεχθούν το πλήρωμα του χρόνου. Το αποφεύγουμε και το ξορκίζουμε. Τα γηρατεία είναι η ‘καυτή πατάτα’ που δεν τολμάμε να πιάσουμε στα χέρια μας.

Αντιμετωπίζοντας τον φόβο των γηρατειών

Για να καταπολεμήσουμε την κακοποίηση και την κακομεταχείριση των ηλικιωμένων ο καθένας από εμάς χρειάζεται να είναι γενναίος και ειλικρινής.

Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι από εμάς αρέσκονται στην εικόνα του νεανικού μας εαυτού. Ένα άτομο πολύ πιο fit, ικανό, δραστήριο και γεμάτο δυνατότητες και ελπίδα για ένα λαμπρό μέλλον.

Πολλοί από εμάς τρομάζουμε περισσότερο στην ιδέα των γηρατειών παρά σε εκείνη του θανάτου. Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της σύγχρονης κοινωνίας είναι η εικονική υπερπροστασία και η διαρκής πάλη για αποστασιοποίηση από κάθε είδους τραυματισμό ή ασθένεια που συνδέεται με την παιδική ηλικία. Αυτό οδηγεί στην ουτοπική αντίληψη περί της μακροβιότητας, που σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνει ακόμη και στο σημείο της εμμονής ή της ψύχωσης. Είναι ειρωνικό το ότι ενώ πολεμάμε σκληρά για να αποφύγουμε τον θάνατο, ξεχνάμε ότι όσο περισσότερο ζούμε, τόσο περισσότερο μεγαλώνουμε και γερνάμε.

Και αντί να πανηγυρίζουμε γι’ αυτή την επιτυχία, η λύση μας απέναντι στα γηρατεία είναι η άρνηση. Ευχόμαστε να πεθάνουμε προτού καταλήξουμε σε έναν οίκο ευγηρίας ή ένα νοσοκομείο.

Αυτό που πρέπει να κάνουμε όμως ως κοινωνία είναι να λάβουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη βελτίωση όλων εκείνων των δομών που ασχολούνται με τους ηλικιωμένους.

 

Τα παράπονα σπάνια ακούγονται

Έχουμε μάθει να μην ακούμε τους ηλικιωμένους ανθρώπους ή τους ανθρώπους με φυσικές ή διανοητικές ανάγκες, γιατί έχουμε μάθει να παρακάπτουμε τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.

Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της αδυναμίας μας έχει να κάνει με την αποτυχία μας να αντιμετωπίσουμε τη σεξουαλική κακοποίηση των ανηλίκων. Δεν ακούμε τα παιδιά μας όταν μιλάμε, ακριβώς γιατί είναι ευάλωτα. Μόνο όταν μεγαλώσουν και ενηλικιωθούν ο καθένας δίνει βάση σε όσα λένε.

Αντίστοιχα, αποτυγχάνουμε να ακούσουμε προβλήματα που έχουν να κάνουν με την κακοποίηση του γυναικείου φύλου ή της LGBT κοινότητας.

Και περιστασιακά αυτές οι ιστορίες ακούγονται, μετά από δεκαετίες αδιαφορίας.

Οι ηλικιωμένοι πεθαίνουν. Και συχνά πεθαίνουν ενώ για χρόνια έχουν υποφέρει από κακοποίηση και κακομεταχείριση. Και αυτό γιατί κανένας δεν μπορεί να τους υποστηρίξει. Όταν λοιπόν πεθάνουν, η ιστορία της κακοποίησής τους και η κινητοποίηση για δράση πεθαίνει μαζί τους.

Ακόμα και αν κάποιος έχει καταφέρει να τους ακούσει και να αφουγκραστεί τον πόνο τους, σπάνια υπάρχει δράση για την καταπολέμηση της κακοποίησης των ηλικιωμένων. Πληροφορίες σχετικά με την κακοποίηση ηλικιωμένων σε οίκους ευγηρίας και σε άλλες σχετικές μονάδες συλλέγονται εδώ και χρόνια αλλά το πρόβλημα δεν έχει αντιμετωπιστεί. Ακόμα και ο τρόπος που το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης ανταποκρίνεται, ειδικά αν πρόκειται για άτομα με άνοια, είναι ανεπαρκής, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στην ανάδειξη της κακοποίησης των ηλικιωμένων στο τέλειο έγκλημα.