Ανθρώπινες Σχέσεις, Ψυχική υγεία

Έλα ρε συ, χαθήκαμε…

Aπό την Αλίκη Τσίκα,  

 

Χαθήκαμε κάπου στη μετάβαση από την απλή επαφή, στην ψηφιακή παράνοια. Χαθήκαμε στο μένος του ψηφιακού ψέματος, χαθήκαμε στην απεγνωσμένη προσπάθεια να μοιάσουμε σε κάτι και κάποιον που ούτε καν έχουμε δει ποτέ από κοντά, χαθήκαμε μέσα στην οθόνη, χαθήκαμε στο δρόμο γιατί απλώς κοιτούσαμε την οθόνη.

Όπου γυρίσεις το κεφάλι σου το μόνο που αντικρίζεις στις μέρες μας είναι ανθρώπους να κοιτούν μία οθόνη, άλλοτε για δουλειά, άλλοτε για κουτσομπολιό, για την αναζήτηση μιας επαφής ή μιας συνομιλίας, άλλοτε δυστυχώς για να βρουν τον εαυτό τους.

Όλο και περισσότεροι σήμερα αδυνατούν να συλλάβουν τον εαυτό τους και την ύπαρξή τους έξω από την οθόνη και τα social media. Όλο τους το είναι μεταφράζεται σε ένα like, ένα follow, ένα view ή ένα friend request.  Κάθε έκφανση της προσωπικής και επαγγελματικής μας ζωής για να υπάρχει και να αναγνωριστεί, πρέπει να δημοσιευτεί. Διαβασμένα και αδιάβαστα μηνύματα, πειραγμένες φωτογραφίες που ουδεμία σχέση έχουν με την πραγματικότητα, ψεύτικοι λογαριασμοί, ψεύτικοι άνθρωποι, ψεύτικες ζωές και οι πραγματικές «υπάρξεις» στριμωγμένες μέσα στο σκοτάδι, το φόβο, την αντικοινωνικότητα και τη ψυχολογική κατάρρευση.

Πρόσφατη κοινωνιολογική ορολογία, ο τεχνολογικός αντικοινωνικός άνθρωπος, αυτός που δεν μπορεί να αλληλεπιδράσει κοινωνικά με τον συνάνθρωπό του εκτός ψηφιακού κόσμου. Όλοι τον ξέρουμε. Είναι αυτός που δεν μπορεί πλέον να κοιτάξει στα μάτια το συνομιλητή του, που όταν τον ρωτάς τα νέα του δεν έχει κάτι να μοιραστεί πέρα από τις ψηφιακές του εμπειρίες, αυτός που θα θυσιάσει την παρέα του για να μείνει στην οθόνη, αυτός που δεν φλερτάρει εκτός διαδικτύου, που δε μπορεί να ολοκληρώσει μία επιχειρηματολογική συζήτηση, αυτός που δεν μπορεί να στερηθεί το τεχνολογικό του ναρκωτικό, αυτός που δεν είναι τίποτα παραπάνω από τη φωτοσοπαρισμένη του φωτογραφία.  Αυτός που βγαίνει για το στόρι, τρώει για το στόρι, πίνει για το στόρι, ταξιδεύει για το στόρι, περπατάει για το στόρι, φλερτάρει για το στόρι κ.ο.κ.

Δυστυχώς τα ερευνητικά στοιχεία για τις επιπτώσεις αυτής της ψηφιακής φρενίτιδας στην ψυχολογική υγεία είναι αποκαρδιωτικές. Βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά μέσα σε αυτό το χάος, ανήμποροι να τραβήξουμε τους εαυτούς μας έστω και για λίγα λεπτά έξω από αυτό. Οι νέες γενιές κατέχουν την πρωτιά, με τις παλαιότερες να αντιστέκονται μεν, όχι σθεναρά δε. Σε ρουφάει, σε πνίγει και αν δε σηκώσεις το κεφάλι να κοιτάξεις λίγο ψηλά, θα μείνεις εκεί. Γιατί δεν μπορείς αλλά κυρίως δεν πρέπει να θέλεις να είσαι μια «πειραγμένη» φωτογραφία πλασματικής τελειότητας, μία άψυχη εικόνα με 1.000 like. Δεν πρέπει να θέλεις να θέτεις τον εαυτό σου στην διαδικασία του «διαβάστηκε την τάδε ώρα» ή του «δεν μπαίνω στο στόρι για να το παίξω δύσκολος/η».

Όταν θέλουμε να εκφραστούμε, μιλάμε. Όταν κάτι μας προβληματίζει, συζητούμε. Όταν επιθυμούμε κάτι, το διεκδικούμε. Όταν ζούμε, συλλέγουμε στιγμές και αναμνήσεις, δεν μεταδίδουμε live σαν σε δελτίο ειδήσεων. That’s real life!

Ας κοιτάξουμε λίγο πίσω στο χρόνο. Πως ήταν οι άνθρωποι και η κοινωνική μας ζωή, όταν το τηλέφωνο ήταν απλώς…. τηλέφωνο. Βγαίναμε περισσότερο, συναναστρεφόμασταν περισσότερο, εκφραζόμασταν περισσότερο, υπήρχαμε περισσότερο αλλά πάνω από όλα γελούσαμε περισσότερο. Γιατί είμασταν ελεύθεροι άνθρωποι απαγκιστρωμένοι από την αέναη προσπάθεια και το εξαντλητικό άγχος, με τα οποία αναπόδραστα μας διαποτίζει το ψηφιακό ανήκειν. Είμασταν απλώς ο πραγματικός εαυτός μας.

Δεν μπορούμε να μην παραδεχτούμε ότι το ελπιδοφόρο ομολογουμένως ξεκίνημα των social media, που υποσχόταν επικοινωνιακή αλληλεπίδραση, συνένωση ανθρώπων και επιχειρήσεων σε τοπική και παγκόσμια κλίμακα και ανταλλαγή εμπειριών και πληροφοριών, τείνει να απομυθοποιηθεί εντελώς. Είναι ολοκληρωτική πλέον η επικράτηση της αλόγιστης χρήσης που έχει μεταλλάξει πλήρως και τους αρχικούς σκοπούς των εν λόγω δικτύων αλλά και τη κοινωνική συνοχή, ένταξη και διάδραση όλων των ανθρώπων και όλων των δομών. Απλώς χαθήκαμε…